ΤΗΣ ΣΤΑΥΡΟΥΛΑΣ ΠΑΠΑΣΠΥΡΟΥ
Κορυφαία φυσιογνωμία στον χώρο του, ο γαλλοαμερικανός εκδότης Αντρέ Σίφριν -αυτός που εισήγαγε στις ΗΠΑ το έργο του Σαρτρ και του Φουκό και συνεχίζει μέσω του μη κερδοσκοπικού οίκου «Newpress» να δημοσιεύει Μπουρντιέ, Χόμπσμπαουμ και Τσόμσκι- χτύπησε το 1999, με το δοκίμιό του «Εκδόσεις χωρίς εκδότες» («Πόλις»), ένα ηχηρό καμπανάκι προς τους ευρωπαίους συναδέλφους του, προειδοποιώντας τους για τους κινδύνους που εγκυμονεί η εφαρμογή των κανόνων του άκρατου καπιταλισμού στην πνευματική ζωή.
Και σήμερα, που μια σειρά από ανεξάρτητους ευρωπαϊκούς οίκους έχουν πλέον αλωθεί από μεγάλους πολυεθνικούς ομίλους, ο Σίφριν επανέρχεται μ' ένα ακόμα ενδιαφέρον δοκίμιο, «Οι λέξεις και το χρήμα» (μετ. Α. Λασκαράτος, εκδ. «Αιώρα»).
Κανένας καπιταλιστής που σέβεται τον εαυτό του, αναγνωρίζει ο Σίφριν, δεν θα επένδυε σήμερα σ' έναν εκδοτικό οίκο που προτείνει δύσκολες μεταφράσεις, απαιτητικές μελέτες ή πρωτοεμφανιζόμενους συγγραφείς, όπως δεν θα επένδυε ούτε σε βιβλιοπωλεία ούτε σε εφημερίδες. Ηδη η αλυσίδα Barnes & Noble χρόνια τώρα είναι ζημιογόνος. Ο βασικός της ανταγωνιστής, η Borders, έκλεισε πρόσφατα 150 υποκαταστήματα, ενώ στο Μανχάταν από τα 333 βιβλιοπωλεία που υπήρχαν μεταπολεμικά ζήτημα να έχουν απομείνει 30. Τι μέλλον επιφυλάσσεται λοιπόν σ' αυτές τις επιχειρήσεις που οι επενδυτές δεν θεωρούν επαρκώς κερδοφόρους; Πώς μπορούμε να διατηρήσουμε εκείνα που θεωρούμε απαραίτητα για τη δημοκρατία μας;
Με τον κίνδυνο να χαρακτηριστεί ρομαντικός, ο Σίφριν προτείνει ως βασική εναλλακτική λύση την εφαρμογή μη κερδοσκοπικών δομών στον ευρύτερο τομέα του πολιτισμού, σε συνδυασμό με γενναιόδωρες κρατικές ενισχύσεις και πρωτότυπες συμπράξεις ανάμεσα σε ιδιωτικούς φορείς, πανεπιστημιακά ιδρύματα και τοπικές αρχές. Σπεύδει άλλωστε να υπενθυμίσει ότι κι ο κόσμος των αμερικανικών εκδόσεων, σε μια όχι και τόσο μακρινή εποχή, ήταν τελείως διαφορετικός.
Οπως επισημαίνει, εκεί που σ' όλη τη διάρκεια του 20ού αιώνα οι οίκοι αρκούνταν σε κέρδη 3-4%, με το που άρχισαν οι εξαγορές τους από μεγάλους ομίλους, η πίεση για κέρδη τουλάχιστον 10-15% πήρε διαστάσεις ασφυκτικές. Σταδιακά, οι εκδότες μετατράπηκαν «σε επενδυτές που αναζητούσαν απεγνωσμένα τα ευπώλητα και νέες εταιρείες προς εξαγορά», ενώ οι υπεύθυνοι των εκδοτικών οίκων «θεώρησαν πως πρέπει ν' αμείβονται όπως οι τραπεζίτες»! Αναλύοντας το περιεχόμενο των καταλόγων των μεγαλύτερων οίκων σε βάθος μισού αιώνα, ο Σίφριν διαπίστωσε πως μερικοί από αυτούς, όπως π.χ. του Harper Collins, που εξαγόρασε ο Ρόμπερτ Μέρντοχ, είναι πλέον αγνώριστοι, επενδύοντας κυρίως σε τίτλους βασισμένους σε ταινίες και τηλεοπτικές σειρές...
Να όμως που στη Γαλλία, όσο κι αν η κυβέρνηση Σαρκοζί επιμένει στη μείωση του προϋπολογισμού του γαλλικού ΥΠΠΟ, πολλές περιφέρειες, γράφει ο Σίφριν, έχουν εκπονήσει «ευφυή και τολμηρά» προγράμματα στήριξης εκδοτικών σειρών, που υπό άλλες συνθήκες θα 'ταν αδύνατον να υλοποιηθούν. Από τα 55 εκατ. ευρώ, για παράδειγμα, που διαχειρίζονται οι αρχές του Ile de France, τα 4,3 εκατ. διατίθενται για την ενίσχυση βιβλίων -ένα ποσό που αντιστοιχεί στον μισό σχεδόν προϋπολογισμό του αμερικανικού National Endowment for the Arts...
Το γαλλικό ΕΚΕΒΙ, επίσης, που διαχειρίζεται 37 εκατ. ευρώ ετησίως, διοχετέτευσε πρόσφατα 10 εκατ. στην ψηφιοποίηση βιβλίων της Εθνικής Βιβλιοθήκης, ώστε ν' αναχαιτίσει τις μονοπωλιακές πρακτικές της Google, δίνοντας ένα εκατομμύριο ακόμα για τη μετάφραση γαλλικών έργων σε ξένες γλώσσες. Στην ίδια χώρα, όπου η εφαρμογή της ενιαίας τιμής του βιβλίου αποδείχθηκε σωτήρια, μια σειρά από ανεξάρτητους βιβλιοπώλες βρίσκονται σήμερα συνασπισμένοι στον ιδιωτικό οργανισμό ADELC, που τους παρέχει άτοκα δάνεια για τον εκσυγχρονισμό τους, ενώ τώρα συζητείται η θεσμοθέτηση ενός σήματος ποιότητας, η κατοχή του οποίου θα συνεπάγεται κάποιες φοροαπαλλαγές.
Παρ' όλα αυτά, οι ανεξάρτητοι οίκοι, οικογενειακές επιχειρήσεις κατά κανόνα, όλο και λιγοστεύουν. Αφού όμως στην πλειοψηφία τους είναι de facto μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα, γιατί να μην αποκτήσουν και de jure αυτό το καθεστώς; προτείνει ο Σίφριν. Ετσι δημιούργησε κι ο ίδιος τον «Newpress» που στεγάστηκε σ' ένα κτίριο του Πανεπιστημίου της πόλης της Νέας Υόρκης, εξοικονομώντας εκατοντάδες χιλιάδες δολάρια από ενοίκια. Αντίστοιχα, ο Πιέρ Μπουρντιέ, μέσα από το γραφείο του στο College de France, έστησε έναν από τους επιφανέστερους οίκους πολιτικών κειμένων. Ενώ και το Πανεπιστήμιο του Ιλινόις παραχώρησε αίθουσές του για τη στέγαση ενός του «Dalkey Archive», οίκου που εξελίχθηκε «σε μια από τις πιο σημαντικές πηγές μεταφρασμένης λογοτεχνίας στις ΗΠΑ».
Ο Σίφριν στέκεται και στο παράδειγμα της -εύρωστης- Νορβηγίας, που «κατάφερε να κρατήσει ζωντανούς εκδότες και συγγραφείς στον παγκοσμιοποιημένο κόσμο που θα τους είχε καταπιεί», διατηρώντας μεταξύ άλλων ένα εξαιρετικά εκτεταμένο δίκτυο βιβλιοθηκών. Οι ποσότητες μάλιστα των βιβλίων που αγοράζονται από το κράτος κάθε χρόνο, έναντι 11,3 εκατ. ευρώ, φτάνουν τα επίπεδα εκείνων που γίνονταν στις ΗΠΑ και τη Βρετανία, πριν εμφανιστούν ο Ρίγκαν και η Θάτσερ. Ενα άλλο παράδειγμα δε που επικαλείται έρχεται από τον χώρο του κινηματογράφου. Οπως αναφέρει, πριν από την εξάπλωση των μούλτιπλεξ και πριν από το κλείσιμο χιλιάδων παραδοσιακών αιθουσών, το 10% των ταινιών που προβάλλονται στις ΗΠΑ ήταν ξένες. Σήμερα, όμως, μετά βίας φτάνουν το 1%. Στη Γαλλία, αντίθετα, χάρη στην ενίσχυση των «κινηματογράφων τέχνης», αυτές οι ταινίες συναντούν ακόμα το κοινό τους.
Σχετικά με τα προβλήματα του τύπου, τέλος, αυτά «δεν προέκυψαν σε μια νύχτα και δεν οφείλονται αποκλειστικά στον ανταγωνισμό του Ιντερνετ» ισχυρίζεται ο Σίφριν. Απ' τη μεριά του «υποπτεύεται» πως η κρίση των αμερικανικών εφημερίδων σχετίζεται και με τον τρόπο που κάλυψαν τον πόλεμο του Ιράκ, από την ανικανότητά τους να προβλέψουν τη σημερινή οικονομική κρίση κι από την αδυναμία τους να πείσουν τους νέους ότι ενδιαφέρονται πραγματικά να καλύψουν θέματα που καθορίζουν τις ζωές τους. Εχοντας πάντως στον νου του και το μοντέλο του BBC, αναρωτιέται: αφού «η Google και άλλοι πάροχοι διαδικτυακών υπηρεσιών χρησιμοποιούν κατά κόρον το περιεχόμενο των εφημερίδων για να προσελκύσουν χρήστες», μήπως ήρθε η ώρα να φορολογηθούν είτε τα κέρδη τους είτε τα διαφημιστικά τους έσοδα και να χρηματοδοτηθεί ανάλογα και ο τύπος;
Πηγή http://www.enet.gr/?i=issue.el.home&date=29/05/2011&id=279471
Εἰρήνη Σκούρα: Ἀναποφάσιστη
Πριν από 4 ημέρες
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου