Του Αριστείδη Μπαλτά

Το βιβλίο είναι υλικό αντικείμενο που απευθύνεται στη σκέψη ή στο συναίσθημα, που θέλει κάτι να εκφράσει ή κάπου να συνδράμει. Ακόμη και αν διαιρείται σε τόμους ή αποτελεί συλλογή σχετικά αυτοτελών κειμένων, το βιβλίο ενοποιείται από μια ιδέα που κατά κανόνα αποτυπώνεται στον τίτλο του, οσοδήποτε υπαινικτικά. Η διαχείριση της ιδέας μπορεί να ενδυθεί ποικίλες μορφές. Ας πούμε του αφηγήματος, του ποιήματος, του διαλόγου, των ταξιδιωτικών εντυπώσεων, του δοκιμίου, της σάτιρας, του εγχειριδίου, της οδηγίας. Ή κάποιου συνδυασμού τους. Μπορεί να μορφοποιείται ως πραγματεία, ως ανθολογία, ως άρθρωση αφορισμών, ως συλλογή τεκμηρίων. Όπως και υπό πολλούς άλλους όρους, όχι πάντοτε σαφώς προσδιορισμένους.


Όπως είχε κάποτε παρατηρήσει ο Άγγελος Ελεφάντης, μερικά υλικά αντικείμενα που φέρονται ως βιβλία συνιστούν μη-βιβλία. Αποτελούν μάλλον αθύρματα πεπλανημένης και απειθάρχητης βούλησης, σπαράγματα που πετιούνται φύρδην μίγδην σε τυπογραφικά φύλλα, συγκροτώντας ενοποιητική ιδέα μόνον ιδίοις αναλώμασι. Στην ιδιαζόντως φιλελεύθερη ελληνική αγορά τέτοια "βιβλία" βλέπουν το φως μόνο λόγω της ματαιοδοξίας του παραγωγού τους ή χάρη στην ανενδοίαστη γενναιοδωρία και τη σκληρή ιδιοτέλεια του εκδότη τους.
Υπάρχουν και τα βιβλία της προ χειρών επικαιρότητας, εκείνα που συμμαζεύουν όπως - όπως κεφάλαια μόνο για να αδράξουν τον παλμό της στιγμής. Πρόκειται για πρόχειρα συμπιλήματα, δηλαδή βιβλία κατά προσέγγιση, που επείγονται να εμφανιστούν στον αφρό για να προβάλουν εδώ και τώρα την εγρήγορση του συγγραφέα τους -ή απλώς για να πουλήσουν. Η χειρονομία είναι διάφανη, αλλά το αποτέλεσμα δεν είναι υποχρεωτικά επιβλαβές. Απέναντι σε ένα ζήτημα που απασχολεί, όντως αισθανόμαστε συχνά την ανάγκη κάτι να διαβάσουμε. Ακόμη και μια άτεχνη συρραφή κατασκευασμένη επί τούτω. Κάπως έτσι δημιουργούνται εφήμερα ευπώλητα.
Τα βιβλία κρίνονται. Από τους αναγνώστες τους, με ενδεχόμενη μεσολάβηση κάποιων επαγγελματιών ή ερασιτεχνών της βιβλιοκρισίας. Η κρίση δεν αφορά τόσο το περιεχόμενο της ιδέας που συνέχει το βιβλίο όσο τον τρόπο με τον οποίο την πραγματεύεται, δηλαδή την πειθαρχεί εσωτερικά. Καθιστώντας την έτσι αξιόμαχη, κατά τα δικά της ίδια μέσα, στο ειδικό δημόσιο πεδίο όπου θέλει να ενταχθεί.
Κάποια βιβλία παρουσιάζονται δημόσια. Κατά κανόνα από κάποιους ειδικούς του συναφούς πεδίου. Αυτοί υποτίθεται πως έχουν διεξέλθει το βιβλίο και συμφωνούν να το συστήσουν. Δέχονται να καταστούν ένα είδος γέφυρας ανάμεσα σε εκείνο και στους υποψήφιους αναγνώστες του. Η συνήθεια είναι γόνιμη. Τα κλειδιά ανάγνωσης που προτείνονται στις συναφείς εκδηλώσεις μπορεί να συμβάλουν στη γνωριμία με το βιβλίο ή ακόμη και να εμπλουτίσουν τους ίδιους τους όρους ανάγνωσης.
Εδώ και καιρό έχει αναδειχθεί στα καθ' ημάς μια ιδιόρρυθμη εκδοχή βιβλιοπαρουσίασης, χαρακτηριστική του κυρίαρχου δημόσιου ήθους: πολιτικά στελέχη περιωπής συνευρίσκονται για να ομονοήσουν επί της απαράμιλλης αξίας του παρουσιαζόμενου βιβλίου. Η συνήθεια ωφελεί: τα πολιτικά στελέχη επιδεικνύουν πνευματικότητα και οι συγγραφείς εύρος απήχησης. Εκείνο που δεν ωφελείται είναι το ίδιο το βιβλίο. Γιατί τα φώτα της δημοσιότητας που περιβάλλουν την αντίστοιχη εκδήλωση -χωρίς αυτά η εκδήλωση δεν θα είχε νόημα- αφήνουν το τελευταίο στο σκοτάδι. Του αξίζει τέτοια μεταχείριση; Δεν μπορούμε να αποφανθούμε γενικώς και αδιακρίτως. Αλλά έτσι ή αλλιώς scripta manent.