Μπορεί στην Ελλάδα να ήταν κυρίως γνωστός ως ο σκηνοθέτης της ταινίας
«Το βάθος του ουρανού είναι κόκκινο», όμως για όσους έχουν εντρυφήσει
με προσοχή στα μυστικά του κινηματογράφου, ο Κρις Μαρκέρ, που έφυγε από
τη ζωή την περασμένη Κυριακή, έχοντας συμπληρώσει ακριβώς τα 91 του
χρόνια, ήταν ο παθιασμένος κυνηγός του νοήματος αλλά και της ποίησης των
εικόνων στα διαφορετικά μήκη και πλάτη της γης, ο δημιουργός του
αριστουργηματικού «Σταθμού αποχαιρετισμού»...
Ο Κριστιάν Φρανσουά Μπους-Βιλνέβ, όπως ήταν το πραγματικό όνομά του, είχε γεννηθεί στο Νεϊγί στις 29 Ιουλίου του 1921 -ταυτόχρονα συντηρούσε και μια φήμη, που αποτυπωνόταν σε αρκετά κινηματογραφικά λεξικά, ότι ο πραγματικός τόπος γέννησής του ήταν το Ουλάν Μπατόρ της Μογγολίας...
Ο Μαρκέρ ήταν «κρυπτικός», δεν έδινε συνεντεύξεις, απέφευγε συστηματικά να φωτογραφίζεται, προκαλούσε σκόπιμα σύγχυση για το παρελθόν του, αφήνοντας να καλλιεργούνται διαφορετικές εκδοχές για συγκεκριμένες περιόδους της ζωής του, π.χ. για την περίοδο της Κατοχής στη Γαλλία, δίπλα στην επικρατέστερη εκδοχή ότι συμμετείχε στην Αντίσταση ως μέλος των Μακί, άφηνε να διαδίδεται και η φήμη ότι είχε καταταγεί στον αμερικανικό στρατό ως αλεξιπτωτιστής...
Τον Φεβρουάριο του 1996 βρισκόμουν στο Φεστιβάλ Βερολίνου παρακολουθώντας την ταινία του Μαρκέρ «Level 5» μαζί με τη Γαλλίδα συνάδελφό μου της «Ουμανιτέ». Λίγο προτού συναντηθούμε με την πρωταγωνίστρια του «Level 5», την Τουρκο-Αλγερινή Κατρίν Μπελκοντζά, η συνάδελφός μου αισθάνθηκε την υποχρέωση να συντηρήσει τον μύθο του «αόρατου» Μαρκέρ (αργότερα μου αποκάλυψε ότι είναι παλιά του φίλη): «Κανείς δεν ξέρει εάν ο Μαρκέρ βρίσκεται στο Βερολίνο ή όχι, κανείς δεν γνωρίζει πώς είναι στην όψη», μου είπε. «Μα ο κατάλογος του Φεστιβάλ έχει φωτογραφία του», αντέτεινα (μια απελπιστικά θολή φωτογραφία πάντως). Εκείνη σήκωσε τους ώμους της αδιάφορα: «Και ποιος μπορεί να είναι σίγουρος ότι αυτός που εικονίζεται εκεί είναι ο Μαρκέρ;».
Ο Μαρκέρ είχε ξεκινήσει σπουδές φιλοσοφίας πριν από τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο -λέγεται ότι ήταν συμφοιτητής του Σαρτρ. Μετά την απελευθέρωση κινείται στον χώρο «συνάντησης» προοδευτικών καθολικών και κομμουνιστών (φίλος του Αντρέ Μπαζέν μεταξύ άλλων) και εργάζεται ως δημοσιογράφος και φωτορεπόρτερ, ταξιδεύοντας συνεχώς σε όλες τις ηπείρους. Γρήγορα στρέφεται στον κινηματογράφο, γυρίζοντας στα 1952 την πρώτη του ταινία, το ντοκιμαντέρ «Ολύμπια 52», για τους Χειμερινούς Ολυμπιακούς του Ελσίνκι. Αμέσως μετά γυρίζει με τον φίλο του Αλέν Ρεναί (μέλη και οι δύο της ομάδας της «Αριστερής όχθης») το ντοκιμαντέρ «Και τα αγάλματα κλαίνε», για την παρακμή της αφρικανικής τέχνης κάτω από τον ζυγό της ευρωπαϊκής αποικιοκρατίας. Η ταινία κερδίζει το πολύτιμο βραβείο «Ζαν Βιγκό» αλλά η γαλλική κυβέρνηση ενοχλείται από την πολιτική κριτική των δημιουργών και απαγορεύει την προβολή της... Τον Ιανουάριο του 1961 ο Μαρκέρ θα βρεθεί στην επαναστατημένη Κούβα, για την ταινία «Cuba Si!». Θα είναι παρών στο νησί τον Απρίλιο, όταν οι Αμερικανοί προσπαθούν να ανακαταλάβουν την Κούβα με την αποτυχημένη απόβαση στον Κόλπο των Χοίρων. Και αυτή η ταινία του «ενοχλεί» και απαγορεύεται από τη γαλλική κυβέρνηση. Αλλά την επόμενη χρονιά γυρίζει την ταινία που θα τον καθιερώσει ως δημιουργό «πρώτης γραμμής»: Είναι το διάρκειας 28 λεπτών αριστούργημά του «Σταθμός αποχαιρετισμού» (La Jetee), μια εκπληκτική κινηματογραφική εμπειρία με διαδοχικές φωτογραφίες, μια υπαρξιακή αναζήτηση «μετά» τον Γ' Παγκόσμιο Πόλεμο -ο Τέρι Γκίλιαμ το 1997 βασίστηκε σε αυτή την ταινία για τους «12 Πιθήκους», ενώ συγγραφείς όπως ο Γουίλιαμ Γκίμπσον ή ο Τζ. Μπάλαρντ έχουν δηλώσει ότι αποτέλεσε γι' αυτούς πηγή έμπνευσης...
Το 1962 ήταν σίγουρα η πιο δημιουργική χρονιά του Κρις Μαρκέρ και το «Le Joli Mai» που γυρίζεται στους δρόμους του Παρισιού τον Μάη εκείνης της χρονιάς συμπυκνώνει τις απόψεις αμέτρητων Παριζιάνων για τη ζωή, τον έρωτα, για πολιτικά ζητήματα... Πενήντα πέντε ώρες συνεντεύξεων οδηγούν σε μια ταινία 150 λεπτών, με σχόλιο από τον Ιβ Μοντάν. Ακολουθεί η περίοδος της πιο έντονης πολιτικοποίησης του Μαρκέρ, πριν από τον γαλλικό Μάη του 1968: Το 1966 ιδρύει την εταιρεία Société pour le Lancement des Oeuvres Nouvelles, για την παραγωγή πολιτικών ταινιών, και τον επόμενο χρόνο χρηματοδοτεί το «Μακριά από το Βιετνάμ», όπου συμμετέχουν επίσης οι Γκοντάρ, Ανιές Βαρντά, Αλέν Ρεναί, Γιόρις Ίβενς. Κινηματογραφεί στην Μπεζανσόν, σε ένα μεγάλο εργοστάσιο χημικών προϊόντων, την απεργία και την κατάληψη του εργοστασίου. Εκεί θα δημιουργήσει μαζί με εργάτες την κινηματογραφική ομάδα "Μεντβέντκιν", από το όνομα του Ρώσου κινηματογραφιστή του "τρένου της κουλτούρας" κατά την μπολσεβίκικη επανάσταση. Οι εργάτες αυτοί της Μπεζανσόν, μέσα από την κινηματογραφική τους έκφραση, ενσωματώνουν στις διεκδικήσεις τους όχι μόνο το οικονομικό ζήτημα αλλά και το θέμα του ελεύθερου χρόνου, της διαφορετικής πολιτιστικής έκφρασης της εργατικής τάξης.
Στα μέσα της δεκαετίας του '70 ξεκίνησε να δουλεύει για το πασίγνωστο «Το βάθος του ουρανού είναι κόκκινο», που αποτελεί έναν προσωπικό και ταυτόχρονα κριτικό απολογισμό του γαλλικού Μάη και των πολιτικών προεκτάσεών του. Ο Μαρκέρ εξομολογήθηκε κάπου ότι αποφάσισε να γυρίσει αυτή την ταινία όταν είδε τις εικόνες από το πραξικόπημα του Πινοτσέτ στη Χιλή, και τον Αλιέντε με το όπλο στο χέρι, λίγο πριν τον θάνατό του...
Στο «Sans Soleil» (1983), την πιο σημαντική ταινία της ύστερης περιόδου του, ένας κινηματογραφιστής προσπαθεί να συμφιλιωθεί με το αίσθημα διαρκούς αποξένωσης ενώ ταξιδεύει στην Ιαπωνία, τη Δυτική Αφρική, την Ισλανδία, απευθύνοντας επιστολές σε μια ανώνυμη γυναίκα...
Ιδιαίτερη σημασία για την Ελλάδα έχει η σειρά ντοκιμαντέρ «Η κληρονομιά της κουκουβάγιας» (L'héritage de la chouette, 1989), που γύρισε σε παραγωγή του Ιδρύματος Ωνάση. Εδώ ο Mαρκέρ επιλέγει δεκατρείς ελληνικές έννοιες πάνω στις οποίες συνδιαλέγονται φιλόσοφοι, μαθηματικοί, καλλιτέχνες, όπως ο Ξενάκης, ο Καστοριάδης, ο Αξελός, ο Αλέξης Μινωτής, ο Θόδωρος Αγγελόπουλος, ο Μισέλ Σερ, ο Τζορτζ Στάινερ.
Πηγή Η ΑΥΓΗ
Ο Κριστιάν Φρανσουά Μπους-Βιλνέβ, όπως ήταν το πραγματικό όνομά του, είχε γεννηθεί στο Νεϊγί στις 29 Ιουλίου του 1921 -ταυτόχρονα συντηρούσε και μια φήμη, που αποτυπωνόταν σε αρκετά κινηματογραφικά λεξικά, ότι ο πραγματικός τόπος γέννησής του ήταν το Ουλάν Μπατόρ της Μογγολίας...
Ο Μαρκέρ ήταν «κρυπτικός», δεν έδινε συνεντεύξεις, απέφευγε συστηματικά να φωτογραφίζεται, προκαλούσε σκόπιμα σύγχυση για το παρελθόν του, αφήνοντας να καλλιεργούνται διαφορετικές εκδοχές για συγκεκριμένες περιόδους της ζωής του, π.χ. για την περίοδο της Κατοχής στη Γαλλία, δίπλα στην επικρατέστερη εκδοχή ότι συμμετείχε στην Αντίσταση ως μέλος των Μακί, άφηνε να διαδίδεται και η φήμη ότι είχε καταταγεί στον αμερικανικό στρατό ως αλεξιπτωτιστής...
Τον Φεβρουάριο του 1996 βρισκόμουν στο Φεστιβάλ Βερολίνου παρακολουθώντας την ταινία του Μαρκέρ «Level 5» μαζί με τη Γαλλίδα συνάδελφό μου της «Ουμανιτέ». Λίγο προτού συναντηθούμε με την πρωταγωνίστρια του «Level 5», την Τουρκο-Αλγερινή Κατρίν Μπελκοντζά, η συνάδελφός μου αισθάνθηκε την υποχρέωση να συντηρήσει τον μύθο του «αόρατου» Μαρκέρ (αργότερα μου αποκάλυψε ότι είναι παλιά του φίλη): «Κανείς δεν ξέρει εάν ο Μαρκέρ βρίσκεται στο Βερολίνο ή όχι, κανείς δεν γνωρίζει πώς είναι στην όψη», μου είπε. «Μα ο κατάλογος του Φεστιβάλ έχει φωτογραφία του», αντέτεινα (μια απελπιστικά θολή φωτογραφία πάντως). Εκείνη σήκωσε τους ώμους της αδιάφορα: «Και ποιος μπορεί να είναι σίγουρος ότι αυτός που εικονίζεται εκεί είναι ο Μαρκέρ;».
Ο Μαρκέρ είχε ξεκινήσει σπουδές φιλοσοφίας πριν από τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο -λέγεται ότι ήταν συμφοιτητής του Σαρτρ. Μετά την απελευθέρωση κινείται στον χώρο «συνάντησης» προοδευτικών καθολικών και κομμουνιστών (φίλος του Αντρέ Μπαζέν μεταξύ άλλων) και εργάζεται ως δημοσιογράφος και φωτορεπόρτερ, ταξιδεύοντας συνεχώς σε όλες τις ηπείρους. Γρήγορα στρέφεται στον κινηματογράφο, γυρίζοντας στα 1952 την πρώτη του ταινία, το ντοκιμαντέρ «Ολύμπια 52», για τους Χειμερινούς Ολυμπιακούς του Ελσίνκι. Αμέσως μετά γυρίζει με τον φίλο του Αλέν Ρεναί (μέλη και οι δύο της ομάδας της «Αριστερής όχθης») το ντοκιμαντέρ «Και τα αγάλματα κλαίνε», για την παρακμή της αφρικανικής τέχνης κάτω από τον ζυγό της ευρωπαϊκής αποικιοκρατίας. Η ταινία κερδίζει το πολύτιμο βραβείο «Ζαν Βιγκό» αλλά η γαλλική κυβέρνηση ενοχλείται από την πολιτική κριτική των δημιουργών και απαγορεύει την προβολή της... Τον Ιανουάριο του 1961 ο Μαρκέρ θα βρεθεί στην επαναστατημένη Κούβα, για την ταινία «Cuba Si!». Θα είναι παρών στο νησί τον Απρίλιο, όταν οι Αμερικανοί προσπαθούν να ανακαταλάβουν την Κούβα με την αποτυχημένη απόβαση στον Κόλπο των Χοίρων. Και αυτή η ταινία του «ενοχλεί» και απαγορεύεται από τη γαλλική κυβέρνηση. Αλλά την επόμενη χρονιά γυρίζει την ταινία που θα τον καθιερώσει ως δημιουργό «πρώτης γραμμής»: Είναι το διάρκειας 28 λεπτών αριστούργημά του «Σταθμός αποχαιρετισμού» (La Jetee), μια εκπληκτική κινηματογραφική εμπειρία με διαδοχικές φωτογραφίες, μια υπαρξιακή αναζήτηση «μετά» τον Γ' Παγκόσμιο Πόλεμο -ο Τέρι Γκίλιαμ το 1997 βασίστηκε σε αυτή την ταινία για τους «12 Πιθήκους», ενώ συγγραφείς όπως ο Γουίλιαμ Γκίμπσον ή ο Τζ. Μπάλαρντ έχουν δηλώσει ότι αποτέλεσε γι' αυτούς πηγή έμπνευσης...
Το 1962 ήταν σίγουρα η πιο δημιουργική χρονιά του Κρις Μαρκέρ και το «Le Joli Mai» που γυρίζεται στους δρόμους του Παρισιού τον Μάη εκείνης της χρονιάς συμπυκνώνει τις απόψεις αμέτρητων Παριζιάνων για τη ζωή, τον έρωτα, για πολιτικά ζητήματα... Πενήντα πέντε ώρες συνεντεύξεων οδηγούν σε μια ταινία 150 λεπτών, με σχόλιο από τον Ιβ Μοντάν. Ακολουθεί η περίοδος της πιο έντονης πολιτικοποίησης του Μαρκέρ, πριν από τον γαλλικό Μάη του 1968: Το 1966 ιδρύει την εταιρεία Société pour le Lancement des Oeuvres Nouvelles, για την παραγωγή πολιτικών ταινιών, και τον επόμενο χρόνο χρηματοδοτεί το «Μακριά από το Βιετνάμ», όπου συμμετέχουν επίσης οι Γκοντάρ, Ανιές Βαρντά, Αλέν Ρεναί, Γιόρις Ίβενς. Κινηματογραφεί στην Μπεζανσόν, σε ένα μεγάλο εργοστάσιο χημικών προϊόντων, την απεργία και την κατάληψη του εργοστασίου. Εκεί θα δημιουργήσει μαζί με εργάτες την κινηματογραφική ομάδα "Μεντβέντκιν", από το όνομα του Ρώσου κινηματογραφιστή του "τρένου της κουλτούρας" κατά την μπολσεβίκικη επανάσταση. Οι εργάτες αυτοί της Μπεζανσόν, μέσα από την κινηματογραφική τους έκφραση, ενσωματώνουν στις διεκδικήσεις τους όχι μόνο το οικονομικό ζήτημα αλλά και το θέμα του ελεύθερου χρόνου, της διαφορετικής πολιτιστικής έκφρασης της εργατικής τάξης.
Στα μέσα της δεκαετίας του '70 ξεκίνησε να δουλεύει για το πασίγνωστο «Το βάθος του ουρανού είναι κόκκινο», που αποτελεί έναν προσωπικό και ταυτόχρονα κριτικό απολογισμό του γαλλικού Μάη και των πολιτικών προεκτάσεών του. Ο Μαρκέρ εξομολογήθηκε κάπου ότι αποφάσισε να γυρίσει αυτή την ταινία όταν είδε τις εικόνες από το πραξικόπημα του Πινοτσέτ στη Χιλή, και τον Αλιέντε με το όπλο στο χέρι, λίγο πριν τον θάνατό του...
Στο «Sans Soleil» (1983), την πιο σημαντική ταινία της ύστερης περιόδου του, ένας κινηματογραφιστής προσπαθεί να συμφιλιωθεί με το αίσθημα διαρκούς αποξένωσης ενώ ταξιδεύει στην Ιαπωνία, τη Δυτική Αφρική, την Ισλανδία, απευθύνοντας επιστολές σε μια ανώνυμη γυναίκα...
Ιδιαίτερη σημασία για την Ελλάδα έχει η σειρά ντοκιμαντέρ «Η κληρονομιά της κουκουβάγιας» (L'héritage de la chouette, 1989), που γύρισε σε παραγωγή του Ιδρύματος Ωνάση. Εδώ ο Mαρκέρ επιλέγει δεκατρείς ελληνικές έννοιες πάνω στις οποίες συνδιαλέγονται φιλόσοφοι, μαθηματικοί, καλλιτέχνες, όπως ο Ξενάκης, ο Καστοριάδης, ο Αξελός, ο Αλέξης Μινωτής, ο Θόδωρος Αγγελόπουλος, ο Μισέλ Σερ, ο Τζορτζ Στάινερ.
Πηγή Η ΑΥΓΗ
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου