http://sarantakos.wordpress.com/
Ο τίτλος του σημερινού φιλολογικού μας άρθρου είναι κάπως παραπλανητικός, αφού δεν εννοεί κυριολεκτική συνάντηση αλλά ποιητική. Εδώ που τα λέμε, δεν ξέρω αν οι δυο μεγάλοι ποιητές μας συναντήθηκαν ποτέ με σάρκα και οστά. Αν συναντήθηκαν, αυτό θα έγινε στην επίσκεψη του Καβάφη στην Αθήνα όταν ήταν άρρωστος από καρκίνο του λάρυγγα, έναν χρόνο πριν πεθάνει, το 1932. Ποιητικά όμως συναντήθηκαν τουλάχιστον δύο φορές και μία από αυτές θα δούμε σήμερα. Επίσης, πολλές φορές συναντήθηκαν φιλολογικά, δηλαδή πολλές φορές έγραψε ο Βάρναλης για τον Καβάφη, ενώ μια φορά υπέγραψε ο Καβάφης για τον Βάρναλη, ίσως τη μοναδική φορά στη ζωή του που υπέγραψε κείμενο διαμαρτυρίας.
Βοήθημα για το σημερινό μου άρθρο έχω ένα βιβλίο για το οποίο σας έχω ήδη μιλήσει, το βιβλίο του φίλου Ηρακλή Κακαβάνη “Ο άγνωστος Βάρναλης και 19 αδημοσίευτα ποιήματά του”, που κυκλοφόρησε τον Σεπτέμβρη από τις εκδόσεις “Εντός”. Το βιβλίο αυτό άλλωστε πρόκειται να παρουσιαστεί, την παραπάνω Δευτέρα, 17 Δεκεμβρίου 2012, στις 7 μ.μ. στην αίθουσα εκδηλώσεων του ΕΔΟΕΑΠ (Σισίνη 18 & Ηριδανού, πίσω απ’ το Χίλτον). Θα μιλήσουν για το βιβλίο ο ηθοποιός Κώστας Καζάκος, ο Χρίστος Αλεξίου (καθηγητής νεοελλ. λογοτεχνίας στο Μπέρμινχαμ), η ποιήτρια και φίλη Σοφία Κολοτούρου και εγώ. Μελοποιημένα τραγούδια του Βάρναλη θα τραγουδήσει ο Γιώργος Σαρρής, ενώ θα παιχτεί και ένα σατιρικό σκετς που βασίζεται σε έναν διάλογο του Βάρναλη (που υπάρχει στο βιβλίο). Νομίζω πως θα είναι καλή ιδέα να ρθείτε. Αλλά ας προχωρήσω στις συναντήσεις Καβάφη και Βάρναλη.
Προπολεμικά, η Αίγυπτος, και ειδικά η Αλεξάνδρεια, ήταν μεγάλο πνευματικό κέντρο του ελληνισμού. Η ευμάρεια της ελληνικής παροικίας έδινε τη δυνατότητα να εκδίδονται λαμπρά περιοδικά, με τα οποία έσπευδαν να συνεργαστούν οι καλύτεροι ελλαδίτες λογοτέχνες -για κάποιους μάλιστα που βιοπορίζονταν από την πένα τους, όπως ο Δημ. Βουτυράς, τα αλεξαντριανά περιοδικά ήταν σημαντικό βοήθημα. Ο Βάρναλης συνεργαζόταν από παλιά με περιοδικά της Αλεξάνδρειας, και στην Αλεξάνδρεια εξέδωσε τα δυο πρώτα του βιβλία, την ποιητική σύνθεση “Το φως που καίει” (1922) και το πεζό “Ο λαός των μουνούχων” (1923), και τα δυο από τις εκδόσεις του Στέφανου Πάργα που έβγαζε και το περιοδικό “Γράμματα”, και τα δυο με το ψευδώνυμο Δήμος Τανάλιας, θελημένα προκλητικό. Ψευδώνυμο, επειδή σαν δημόσιος υπάλληλος που ήταν, χρειαζόταν αυτό το φύλλο συκής -βέβαια, οι παροικούντες τη φιλολογική Ιερουσαλήμ ήξεραν με σιγουριά ποιος είναι ο Τανάλιας, αν και όχι όλοι. Ο Καζαντζάκης, ας πούμε, που δεν του άρεσε καθόλου το Φως που καίει, δυσκολεύτηκε να πιστέψει ότι ο Τανάλιας ήταν ο Βάρναλης.
Το 1924, ο Βάρναλης που είχε σταλεί στο Παρίσι με υποτροφία, επιστρέφει στην Αθήνα για να διδάξει στην Παιδαγωγική Ακαδημία, τον ένα από τους δύο πυλώνες της εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης που είχε δρομολογήσει η επανάσταση του 1922. Με διευθυντή τον Δημ. Γληνό, η Ακαδημία, στην οποία μετεκπαιδεύονταν καθηγητές της μέσης εκπαίδευσης, ήταν το αντίπαλο δέος της συντηρητικότατης γλωσσικά και πολιτικά Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου. Δίδυμο ίδρυμα το Μαράσλειο Διδασκαλείο, με διευθυντή τον Αλέξ. Δελμούζο, εκπαίδευε δασκάλους της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης. Τα δυο ιδρύματα συστεγάζονταν. Ο Βάρναλης προσκλήθηκε στην Παιδ. Ακαδημία για να διδάξει νεοελληνική λογοτεχνία, αλλά λίγες μέρες μετά την έναρξη της λειτουργίας της, τον Νοέμβριο του 1924 (το Μαράσλειο είχε προηγηθεί), άρχισε από τις στηλες της Εστίας η πολεμική εναντίον της Ακαδημίας και του Γληνού, εστιασμένη στα “αντιπατριωτικά” γραφτά του Βάρναλη, δηλαδή σε επιλεγμένους στίχους από το Φως που καίει. Η επίθεση της Εστίας ήταν ένα σημείο καμπής, διότι ως τότε όλες οι επιθέσεις ενάντια στην εκπαιδευτική μεταρρύθμιση και στον εκπαιδευτικό δημοτικισμό προέρχονταν από τη βασιλόφρονα παράταξη, ενώ η Εστία ήταν φιλικά διακείμενη προς τους βενιζελικούς. (Αυτό δεν ήταν καινούργιο: και η εκπαιδευτική μεταρρύθμιση του 1917-20 χτυπήθηκε και από βενιζελικές εφημερίδες).
Η Εστία στη συνέχεια γενίκευσε την επίθεση, και άρχισε να επισείει τον κίνδυνο του κομμουνισμού που είχε εισχωρήσει στην εκπαίδευση γενικά και στο συγκρότημα του Μαρασλείου ειδικότερα. Τοιούτους καθηγητάς, με σαφώς αναρχικάς και κομμουνιστικάς ιδεολογίας, έχει σήμερον το Μαράσλειον Διδασκαλείον, όπως –φευ!– τους έχει όλος ο επίσημος εκπαιδευτικός κλοιός. Και οι καθηγηταί ούτοι δεν παύουν να εκφράζουν δημοσία, κατά τρόπον προκαλούντα κοινόν σκάνδαλον, τας ιδεολογίας των αυτάς. Τότε ήταν που στάλθηκε και στον πρωθυπουργό, τον Ανδρ. Μιχαλακόπουλο, το Φως που καίει του Βάρναλη, με την επισήμανση “Το κτήνος είναι και κωφόν” και την υπόδειξη ποιες σελίδες να διαβάσει για να δει πόσο αντιπατριωτικός είναι ο Βάρναλης. Έχω γράψει για το θέμα αυτό, αν και γράφω κάτι που μπορεί να είναι λάθος. Βασισμένος σε πολύ μεταγενέστερη συνέντευξη του Βάρναλη, λέω ότι ο εθνικόφρων ρουφιάνος ήταν ο Ευστρ. Κουλουμβάκης, αλλά αν δείτε το εξώφυλλο του βιβλίου φαίνεται αν και ορνιθοσκαλισμένη η υπογραφή Κ. Ζηλεμένος.
Η τιμωρία του Βάρναλη προκάλεσε τις έντονες διαμαρτυρίες πολιτικών και λογοτεχνών, όχι μόνο αριστερών. Τον Απρίλιο του 1925 κυκλοφόρησαν δυο κείμενα διαμαρτυρίας, ένα από πολιτικούς και λογίους της Αθήνας, που το έχω ανεβάσει εδώ (υπογράφει και ο Γεώργιος Παπανδρέου), και άλλο ένα από λογίους της Αλεξάνδρειας, που μπορείτε να τη διαβάσετε εδώ και που ο φίλος SpyrosZer είχε την καλοσύνη να το μεταγράψει και το παραθέτω στο τέλος (κι αν κάποιος φιλοτιμηθεί να τη μεταγράψει, ας το δηλώσει στα σχόλια κι ας μου στείλει το κείμενο να το ανεβάσω).
Στο αλεξανδρινό κείμενο φιγουράρει και η υπογραφή του Κ.Π.Καβάφη -και
είναι, απ’ όσο ξέρω, η μοναδική φορά που ο Καβάφης υπέγραψε συλλογικό
κείμενο.
Διαβάζω στο βιβλίο του Κακαβάνη ένα απόσπασμα από άρθρο του Μαν. Γιαλουράκη, ο οποίος λέει ότι ο Καβάφης αρχικά δεν ήθελε να υπογράψει -πράγματι, τέτοια διαβήματα δεν ήταν στον χαρακτήρα του- αλλά οι φίλοι του τον μεταπείσανε όταν του θυμίσανε πόσο επαινετικά είχε εκφραστεί ο Βάρναλης για το έργο του. Ωστόσο, συνεχίζει ο Γιαλουράκης, ο Καβάφης έθεσε όρο να αμβλυνθεί το κείμενο, και μάλιστα το τροποποίησε ο ίδιος. Θα είχε πολύ ενδιαφέρον να βρίσκαμε την αρχική μορφή και να βλέπαμε ποιες τροποποιήσεις έκανε ο Καβάφης, αλλά μάλλον δεν θα το μάθουμε ποτέ…
Ο Βάρναλης έδωσε πολύ μεγάλη σημασία στη στήριξη του Καβάφη. Έγραψε στον φίλο του τον Πάργα ευχαριστήρια επιστολή, οι δυο από τις τρεις παραγράφους της οποίας είναι αφιερωμένες στον Καβάφη: Κάμετέ μου τη χάριν να ευχαριστήσετε όλους από μέρους μου και ξεχωριστά το μοναδικό ποιητή Κ.Π.Καβάφη, για τον οποίον ο θαυμασμός μου είναι αδιάπτωτος από την πρώτη στιγμή που γνωρίσθηκα παιδί ακόμα με την τέχνη του.
Μέσα στην ομοιόμορφη νεοελληνική ποίησι, που κ’ εγώ είμαι ένας σαν τους άλλους, κανείς δεν μίλησε οικειότερον στην ψυχή μου από τον κ. Καβάφη…”
Δεν είναι και μικρό πράγμα τέτοιοι έπαινοι, και δεν οφείλονται στο αίσθημα ευγνωμοσύνης για τη στήριξη. Ο Βάρναλης και αργότερα δεν έπαψε να εκφράζεται πολύ επαινετικά για την ποίηση του Καβάφη -”Μοναδικός, ανόμοιαστος και ανεπανάληπτος” είναι ο τίτλος του άρθρου του στην Επιθεώρηση Τέχνης το 1963. Και σε συνέντευξη του 1959 κάνει την εξής διάκριση ανάμεσα στον άνθρωπο και τον ποιητή: Ο Καβάφης είναι πολύ βαθύς και πολύ ανθρώπινος ποιητής. Κατά βάθος βέβαια, πεσσιμιστής και αμοράλ, και όχι αγωνιστής.
Ο Βάρναλης έγραψε δυο ποιήματα που απαντούν άμεσα σε καβαφικά ποιήματα. Να πούμε εδώ ότι ο Καβάφης, το έχω ξαναγράψει, είναι με μεγάλη διαφορά, ο ποιητής μας εκείνος που τα ποιήματά του έχουν παρωδηθεί περισσότερο από κάθε άλλον. Άλλες παρωδίες ή μιμήσεις είναι χλευαστικές, όπως του Φώτου Πολίτη, άλλες είναι κολακευτικές, όπως του Λαπαθιώτη, ενώ άλλοι χρησιμοποίησαν το καβαφικό ύφος σαν όχημα για σάτιρα άλλων καταστάσεων, όπως ο Ξ. Κοκόλης, που τον χάσαμε πρόσφατα. Τα ποιήματα του Βάρναλη δεν είναι παρωδίες, ούτε μιμήσεις ύφους του Καβάφη, είναι ποιητικές απαντήσεις σε καβαφικά ποιήματα.
Το πρώτο ποίημα έχει τίτλο “Ντενσουάι 27 Ιουνίου 1906″, που παραπέμπει απευθείας στον τίτλο του καβαφικού ποιήματος (“27 Ιουνίου 1906, 2 μ.μ.“) Δεν θα παραθέσω το βαρναλικό ποίημα, μπορείτε να το βρείτε εδώ. Να προσεχτεί ότι το καβαφικό ποίημα δεν ανήκει στα 154 αναγνωρισμένα, το έφερε στην επιφάνεια ο Στρ. Τσίρκας και το δημοσίευσε στο τεύχος Δεκεμβρίου 1963 της Επιθεώρησης Τέχνης (που ήταν αφιερωμένο στον Καβάφη). Αυτή η δημοσίευση έδωσε στον Βάρναλη το έναυσμα για να συνθέσει το δικό του ποίημα, που δημοσιεύτηκε στο ίδιο περιοδικό δυο μήνες αργότερα, τον Φεβρουάριο του 1964, με υπότιτλο “ήγουν παντού τα πάντα κι όποιοι” και αφιέρωση στον Τσίρκα. Ο Βάρναλης αφηγείται το ίδιο γεγονός αλλά πολύ εκτενέστερα. Ο Καβάφης εστιάζεται στον θρήνο της μάνας και στο εφηβικό σώμα, ο Βάρναλης καταγγέλλει το έγκλημα των αποικιοκρατών.
Το δεύτερο ποίημα του Βάρναλη γράφτηκε ως απάντηση στο πασίγνωστο καβαφικό “Η πόλις” και χρησιμοποιεί σαν υπότιτλο τον γνωστότερο στίχο του, “δεν έχει πλοίο για σε δεν έχει οδό”. Ο Βάρναλης το έγραψε τον Νοέμβριο του 1968 (ογδονταπέντε χρονών) και το χάρισε στον Γ. Σαββίδη. Περιλαμβάνεται στη συλλογή “Οργή λαού” που εκδόθηκε μετά τον θάνατο του ποιητή σε επιμέλεια Σαββίδη, αλλά αποτελεί και οργανική συνέχεια της προηγούμενης συλλογής “Ελεύθερος κόσμος”, όπως επισημαίνει ο Σαββίδης σε ένα άρθρο του. Όπως μας πληροφορεί ο Κακαβάνης, μια δεύτερη μορφή, με κάποιες αλλαγές, γράφτηκε τον Φλεβάρη του 1969 και δημοσιεύτηκε το 1972 στο λογοτεχνικό κυπριακό περιοδικό “Νέα εποχή”.
Ο Βάρναλης διαφωνεί συμφωνώντας με τον Καβάφη. Και να μπορέσει να φύγει από την Πόλιν, τα ίδια θα βρει και αλλού, εκτός αν αλλάξει δρόμο στη ζωή του και ακολουθήσει την οδό της κοινωνικής αλλαγής.
Ο τίτλος, Ελευθερίης φάος ιρόν, δεν πρέπει να υπάρχει στην αρχαία γραμματεία ή τουλάχιστον δεν τον βρήκα πουθενά. (Ο Σαββίδης δεν αναφέρεται σ’ αυτό το θέμα). Θα πει, βέβαια, Ελευθερίας ιερό φως.
«ΕΛΕΥΘΕΡΙΗΣ ΦΑΟΣ ΙΡΟΝ…»
δεν έχει πλοίο για σε, δεν έχει οδό
ΚΑΒΑΦΗΣ
– Πια δεν μπορώ! Θα φύγω φτερωτός
στον «ελεύθερον κόσμο του φωτός»!
(Όχι Άφρικα κι Ασία! Καθημερνά
φωτιά κι ατσάλι ο Αθάνατος κερνά.)
Θα γεννηθώ ξανά, όπως θέλω, κι όσο
μπορώ και θέλω εγώ να μεγαλώσω!
(Ιδού στάδιον δόξης σου λαμπρόν,
αθάνατη λεξούλα του Καμπρόν!)
– Αν απ’ εδώ σ’ αφήσουν κι αν εκεί
σε δεχτούνε, θ’ αλλάξεις φυλακή.
Ανάσα πουθενά του δουλευτή
που προσκυνά, ο φτωχός, να βολευτεί.
Χιλιάδες μίλια πέρα, αιώνες πίσω,
φτηνά το κρέας πουλιέται τ’ ανθρωπίσο.
Ξέν’ οι λαοί στον τόπο τους και δούλοι,
δεν έχουνε πατρίδα, οχτροί και μούλοι!
Όπου να πας, ξένος και δούλος, κι όπου
σταθείς, θα χάνεις κάθε αξία τ’ ανθρώπου.
Αλλού να γεννηθείς κι αλλού να πας,
παντού θα σε χτυπούν, αν δε χτυπάς!
Πουθενά δε θα μείνεις. Κάθε λίγο
θα παίρνεις το δισάκι σου: «Θα φύγω!»
Οι αλυσίδες σου στο ’να το σακί,
στ’ άλλο ο τάφος σου – κι ώρα σου κακή!
Τι τα θέλεις φτερά και πλοία κι οδό;
Ο «ελεύθερός σου κόσμος» είν’ εδώ.
Κόσμος θανάτου, απάτης και φαλλού!
Όλα τα ’χεις, γιατί να πας αλλού;
(ψιθυριστά)
Αν ζητάς ανθρωπιά και δίκιο νόμο,
δεν είν’ εκεί που πας. Ν’ αλλάξεις δρόμο!
Υ.Γ.
Το κείμενο διαμαρτυρίας των λογίων της Αλεξάνδρειας, που πληκτρολόγησε ο φίλος SpyrosZer, παρατίθεται εδώ (με διατήρηση της ορθογραφίας πλην πολυτονικού):
Ο τίτλος του σημερινού φιλολογικού μας άρθρου είναι κάπως παραπλανητικός, αφού δεν εννοεί κυριολεκτική συνάντηση αλλά ποιητική. Εδώ που τα λέμε, δεν ξέρω αν οι δυο μεγάλοι ποιητές μας συναντήθηκαν ποτέ με σάρκα και οστά. Αν συναντήθηκαν, αυτό θα έγινε στην επίσκεψη του Καβάφη στην Αθήνα όταν ήταν άρρωστος από καρκίνο του λάρυγγα, έναν χρόνο πριν πεθάνει, το 1932. Ποιητικά όμως συναντήθηκαν τουλάχιστον δύο φορές και μία από αυτές θα δούμε σήμερα. Επίσης, πολλές φορές συναντήθηκαν φιλολογικά, δηλαδή πολλές φορές έγραψε ο Βάρναλης για τον Καβάφη, ενώ μια φορά υπέγραψε ο Καβάφης για τον Βάρναλη, ίσως τη μοναδική φορά στη ζωή του που υπέγραψε κείμενο διαμαρτυρίας.
Βοήθημα για το σημερινό μου άρθρο έχω ένα βιβλίο για το οποίο σας έχω ήδη μιλήσει, το βιβλίο του φίλου Ηρακλή Κακαβάνη “Ο άγνωστος Βάρναλης και 19 αδημοσίευτα ποιήματά του”, που κυκλοφόρησε τον Σεπτέμβρη από τις εκδόσεις “Εντός”. Το βιβλίο αυτό άλλωστε πρόκειται να παρουσιαστεί, την παραπάνω Δευτέρα, 17 Δεκεμβρίου 2012, στις 7 μ.μ. στην αίθουσα εκδηλώσεων του ΕΔΟΕΑΠ (Σισίνη 18 & Ηριδανού, πίσω απ’ το Χίλτον). Θα μιλήσουν για το βιβλίο ο ηθοποιός Κώστας Καζάκος, ο Χρίστος Αλεξίου (καθηγητής νεοελλ. λογοτεχνίας στο Μπέρμινχαμ), η ποιήτρια και φίλη Σοφία Κολοτούρου και εγώ. Μελοποιημένα τραγούδια του Βάρναλη θα τραγουδήσει ο Γιώργος Σαρρής, ενώ θα παιχτεί και ένα σατιρικό σκετς που βασίζεται σε έναν διάλογο του Βάρναλη (που υπάρχει στο βιβλίο). Νομίζω πως θα είναι καλή ιδέα να ρθείτε. Αλλά ας προχωρήσω στις συναντήσεις Καβάφη και Βάρναλη.
Προπολεμικά, η Αίγυπτος, και ειδικά η Αλεξάνδρεια, ήταν μεγάλο πνευματικό κέντρο του ελληνισμού. Η ευμάρεια της ελληνικής παροικίας έδινε τη δυνατότητα να εκδίδονται λαμπρά περιοδικά, με τα οποία έσπευδαν να συνεργαστούν οι καλύτεροι ελλαδίτες λογοτέχνες -για κάποιους μάλιστα που βιοπορίζονταν από την πένα τους, όπως ο Δημ. Βουτυράς, τα αλεξαντριανά περιοδικά ήταν σημαντικό βοήθημα. Ο Βάρναλης συνεργαζόταν από παλιά με περιοδικά της Αλεξάνδρειας, και στην Αλεξάνδρεια εξέδωσε τα δυο πρώτα του βιβλία, την ποιητική σύνθεση “Το φως που καίει” (1922) και το πεζό “Ο λαός των μουνούχων” (1923), και τα δυο από τις εκδόσεις του Στέφανου Πάργα που έβγαζε και το περιοδικό “Γράμματα”, και τα δυο με το ψευδώνυμο Δήμος Τανάλιας, θελημένα προκλητικό. Ψευδώνυμο, επειδή σαν δημόσιος υπάλληλος που ήταν, χρειαζόταν αυτό το φύλλο συκής -βέβαια, οι παροικούντες τη φιλολογική Ιερουσαλήμ ήξεραν με σιγουριά ποιος είναι ο Τανάλιας, αν και όχι όλοι. Ο Καζαντζάκης, ας πούμε, που δεν του άρεσε καθόλου το Φως που καίει, δυσκολεύτηκε να πιστέψει ότι ο Τανάλιας ήταν ο Βάρναλης.
Το 1924, ο Βάρναλης που είχε σταλεί στο Παρίσι με υποτροφία, επιστρέφει στην Αθήνα για να διδάξει στην Παιδαγωγική Ακαδημία, τον ένα από τους δύο πυλώνες της εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης που είχε δρομολογήσει η επανάσταση του 1922. Με διευθυντή τον Δημ. Γληνό, η Ακαδημία, στην οποία μετεκπαιδεύονταν καθηγητές της μέσης εκπαίδευσης, ήταν το αντίπαλο δέος της συντηρητικότατης γλωσσικά και πολιτικά Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου. Δίδυμο ίδρυμα το Μαράσλειο Διδασκαλείο, με διευθυντή τον Αλέξ. Δελμούζο, εκπαίδευε δασκάλους της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης. Τα δυο ιδρύματα συστεγάζονταν. Ο Βάρναλης προσκλήθηκε στην Παιδ. Ακαδημία για να διδάξει νεοελληνική λογοτεχνία, αλλά λίγες μέρες μετά την έναρξη της λειτουργίας της, τον Νοέμβριο του 1924 (το Μαράσλειο είχε προηγηθεί), άρχισε από τις στηλες της Εστίας η πολεμική εναντίον της Ακαδημίας και του Γληνού, εστιασμένη στα “αντιπατριωτικά” γραφτά του Βάρναλη, δηλαδή σε επιλεγμένους στίχους από το Φως που καίει. Η επίθεση της Εστίας ήταν ένα σημείο καμπής, διότι ως τότε όλες οι επιθέσεις ενάντια στην εκπαιδευτική μεταρρύθμιση και στον εκπαιδευτικό δημοτικισμό προέρχονταν από τη βασιλόφρονα παράταξη, ενώ η Εστία ήταν φιλικά διακείμενη προς τους βενιζελικούς. (Αυτό δεν ήταν καινούργιο: και η εκπαιδευτική μεταρρύθμιση του 1917-20 χτυπήθηκε και από βενιζελικές εφημερίδες).
Η Εστία στη συνέχεια γενίκευσε την επίθεση, και άρχισε να επισείει τον κίνδυνο του κομμουνισμού που είχε εισχωρήσει στην εκπαίδευση γενικά και στο συγκρότημα του Μαρασλείου ειδικότερα. Τοιούτους καθηγητάς, με σαφώς αναρχικάς και κομμουνιστικάς ιδεολογίας, έχει σήμερον το Μαράσλειον Διδασκαλείον, όπως –φευ!– τους έχει όλος ο επίσημος εκπαιδευτικός κλοιός. Και οι καθηγηταί ούτοι δεν παύουν να εκφράζουν δημοσία, κατά τρόπον προκαλούντα κοινόν σκάνδαλον, τας ιδεολογίας των αυτάς. Τότε ήταν που στάλθηκε και στον πρωθυπουργό, τον Ανδρ. Μιχαλακόπουλο, το Φως που καίει του Βάρναλη, με την επισήμανση “Το κτήνος είναι και κωφόν” και την υπόδειξη ποιες σελίδες να διαβάσει για να δει πόσο αντιπατριωτικός είναι ο Βάρναλης. Έχω γράψει για το θέμα αυτό, αν και γράφω κάτι που μπορεί να είναι λάθος. Βασισμένος σε πολύ μεταγενέστερη συνέντευξη του Βάρναλη, λέω ότι ο εθνικόφρων ρουφιάνος ήταν ο Ευστρ. Κουλουμβάκης, αλλά αν δείτε το εξώφυλλο του βιβλίου φαίνεται αν και ορνιθοσκαλισμένη η υπογραφή Κ. Ζηλεμένος.
Η τιμωρία του Βάρναλη προκάλεσε τις έντονες διαμαρτυρίες πολιτικών και λογοτεχνών, όχι μόνο αριστερών. Τον Απρίλιο του 1925 κυκλοφόρησαν δυο κείμενα διαμαρτυρίας, ένα από πολιτικούς και λογίους της Αθήνας, που το έχω ανεβάσει εδώ (υπογράφει και ο Γεώργιος Παπανδρέου), και άλλο ένα από λογίους της Αλεξάνδρειας, που μπορείτε να τη διαβάσετε εδώ και που ο φίλος SpyrosZer είχε την καλοσύνη να το μεταγράψει και το παραθέτω στο τέλος (
Διαβάζω στο βιβλίο του Κακαβάνη ένα απόσπασμα από άρθρο του Μαν. Γιαλουράκη, ο οποίος λέει ότι ο Καβάφης αρχικά δεν ήθελε να υπογράψει -πράγματι, τέτοια διαβήματα δεν ήταν στον χαρακτήρα του- αλλά οι φίλοι του τον μεταπείσανε όταν του θυμίσανε πόσο επαινετικά είχε εκφραστεί ο Βάρναλης για το έργο του. Ωστόσο, συνεχίζει ο Γιαλουράκης, ο Καβάφης έθεσε όρο να αμβλυνθεί το κείμενο, και μάλιστα το τροποποίησε ο ίδιος. Θα είχε πολύ ενδιαφέρον να βρίσκαμε την αρχική μορφή και να βλέπαμε ποιες τροποποιήσεις έκανε ο Καβάφης, αλλά μάλλον δεν θα το μάθουμε ποτέ…
Ο Βάρναλης έδωσε πολύ μεγάλη σημασία στη στήριξη του Καβάφη. Έγραψε στον φίλο του τον Πάργα ευχαριστήρια επιστολή, οι δυο από τις τρεις παραγράφους της οποίας είναι αφιερωμένες στον Καβάφη: Κάμετέ μου τη χάριν να ευχαριστήσετε όλους από μέρους μου και ξεχωριστά το μοναδικό ποιητή Κ.Π.Καβάφη, για τον οποίον ο θαυμασμός μου είναι αδιάπτωτος από την πρώτη στιγμή που γνωρίσθηκα παιδί ακόμα με την τέχνη του.
Μέσα στην ομοιόμορφη νεοελληνική ποίησι, που κ’ εγώ είμαι ένας σαν τους άλλους, κανείς δεν μίλησε οικειότερον στην ψυχή μου από τον κ. Καβάφη…”
Δεν είναι και μικρό πράγμα τέτοιοι έπαινοι, και δεν οφείλονται στο αίσθημα ευγνωμοσύνης για τη στήριξη. Ο Βάρναλης και αργότερα δεν έπαψε να εκφράζεται πολύ επαινετικά για την ποίηση του Καβάφη -”Μοναδικός, ανόμοιαστος και ανεπανάληπτος” είναι ο τίτλος του άρθρου του στην Επιθεώρηση Τέχνης το 1963. Και σε συνέντευξη του 1959 κάνει την εξής διάκριση ανάμεσα στον άνθρωπο και τον ποιητή: Ο Καβάφης είναι πολύ βαθύς και πολύ ανθρώπινος ποιητής. Κατά βάθος βέβαια, πεσσιμιστής και αμοράλ, και όχι αγωνιστής.
Ο Βάρναλης έγραψε δυο ποιήματα που απαντούν άμεσα σε καβαφικά ποιήματα. Να πούμε εδώ ότι ο Καβάφης, το έχω ξαναγράψει, είναι με μεγάλη διαφορά, ο ποιητής μας εκείνος που τα ποιήματά του έχουν παρωδηθεί περισσότερο από κάθε άλλον. Άλλες παρωδίες ή μιμήσεις είναι χλευαστικές, όπως του Φώτου Πολίτη, άλλες είναι κολακευτικές, όπως του Λαπαθιώτη, ενώ άλλοι χρησιμοποίησαν το καβαφικό ύφος σαν όχημα για σάτιρα άλλων καταστάσεων, όπως ο Ξ. Κοκόλης, που τον χάσαμε πρόσφατα. Τα ποιήματα του Βάρναλη δεν είναι παρωδίες, ούτε μιμήσεις ύφους του Καβάφη, είναι ποιητικές απαντήσεις σε καβαφικά ποιήματα.
Το πρώτο ποίημα έχει τίτλο “Ντενσουάι 27 Ιουνίου 1906″, που παραπέμπει απευθείας στον τίτλο του καβαφικού ποιήματος (“27 Ιουνίου 1906, 2 μ.μ.“) Δεν θα παραθέσω το βαρναλικό ποίημα, μπορείτε να το βρείτε εδώ. Να προσεχτεί ότι το καβαφικό ποίημα δεν ανήκει στα 154 αναγνωρισμένα, το έφερε στην επιφάνεια ο Στρ. Τσίρκας και το δημοσίευσε στο τεύχος Δεκεμβρίου 1963 της Επιθεώρησης Τέχνης (που ήταν αφιερωμένο στον Καβάφη). Αυτή η δημοσίευση έδωσε στον Βάρναλη το έναυσμα για να συνθέσει το δικό του ποίημα, που δημοσιεύτηκε στο ίδιο περιοδικό δυο μήνες αργότερα, τον Φεβρουάριο του 1964, με υπότιτλο “ήγουν παντού τα πάντα κι όποιοι” και αφιέρωση στον Τσίρκα. Ο Βάρναλης αφηγείται το ίδιο γεγονός αλλά πολύ εκτενέστερα. Ο Καβάφης εστιάζεται στον θρήνο της μάνας και στο εφηβικό σώμα, ο Βάρναλης καταγγέλλει το έγκλημα των αποικιοκρατών.
Το δεύτερο ποίημα του Βάρναλη γράφτηκε ως απάντηση στο πασίγνωστο καβαφικό “Η πόλις” και χρησιμοποιεί σαν υπότιτλο τον γνωστότερο στίχο του, “δεν έχει πλοίο για σε δεν έχει οδό”. Ο Βάρναλης το έγραψε τον Νοέμβριο του 1968 (ογδονταπέντε χρονών) και το χάρισε στον Γ. Σαββίδη. Περιλαμβάνεται στη συλλογή “Οργή λαού” που εκδόθηκε μετά τον θάνατο του ποιητή σε επιμέλεια Σαββίδη, αλλά αποτελεί και οργανική συνέχεια της προηγούμενης συλλογής “Ελεύθερος κόσμος”, όπως επισημαίνει ο Σαββίδης σε ένα άρθρο του. Όπως μας πληροφορεί ο Κακαβάνης, μια δεύτερη μορφή, με κάποιες αλλαγές, γράφτηκε τον Φλεβάρη του 1969 και δημοσιεύτηκε το 1972 στο λογοτεχνικό κυπριακό περιοδικό “Νέα εποχή”.
Ο Βάρναλης διαφωνεί συμφωνώντας με τον Καβάφη. Και να μπορέσει να φύγει από την Πόλιν, τα ίδια θα βρει και αλλού, εκτός αν αλλάξει δρόμο στη ζωή του και ακολουθήσει την οδό της κοινωνικής αλλαγής.
Ο τίτλος, Ελευθερίης φάος ιρόν, δεν πρέπει να υπάρχει στην αρχαία γραμματεία ή τουλάχιστον δεν τον βρήκα πουθενά. (Ο Σαββίδης δεν αναφέρεται σ’ αυτό το θέμα). Θα πει, βέβαια, Ελευθερίας ιερό φως.
«ΕΛΕΥΘΕΡΙΗΣ ΦΑΟΣ ΙΡΟΝ…»
δεν έχει πλοίο για σε, δεν έχει οδό
ΚΑΒΑΦΗΣ
– Πια δεν μπορώ! Θα φύγω φτερωτός
στον «ελεύθερον κόσμο του φωτός»!
(Όχι Άφρικα κι Ασία! Καθημερνά
φωτιά κι ατσάλι ο Αθάνατος κερνά.)
Θα γεννηθώ ξανά, όπως θέλω, κι όσο
μπορώ και θέλω εγώ να μεγαλώσω!
(Ιδού στάδιον δόξης σου λαμπρόν,
αθάνατη λεξούλα του Καμπρόν!)
– Αν απ’ εδώ σ’ αφήσουν κι αν εκεί
σε δεχτούνε, θ’ αλλάξεις φυλακή.
Ανάσα πουθενά του δουλευτή
που προσκυνά, ο φτωχός, να βολευτεί.
Χιλιάδες μίλια πέρα, αιώνες πίσω,
φτηνά το κρέας πουλιέται τ’ ανθρωπίσο.
Ξέν’ οι λαοί στον τόπο τους και δούλοι,
δεν έχουνε πατρίδα, οχτροί και μούλοι!
Όπου να πας, ξένος και δούλος, κι όπου
σταθείς, θα χάνεις κάθε αξία τ’ ανθρώπου.
Αλλού να γεννηθείς κι αλλού να πας,
παντού θα σε χτυπούν, αν δε χτυπάς!
Πουθενά δε θα μείνεις. Κάθε λίγο
θα παίρνεις το δισάκι σου: «Θα φύγω!»
Οι αλυσίδες σου στο ’να το σακί,
στ’ άλλο ο τάφος σου – κι ώρα σου κακή!
Τι τα θέλεις φτερά και πλοία κι οδό;
Ο «ελεύθερός σου κόσμος» είν’ εδώ.
Κόσμος θανάτου, απάτης και φαλλού!
Όλα τα ’χεις, γιατί να πας αλλού;
(ψιθυριστά)
Αν ζητάς ανθρωπιά και δίκιο νόμο,
δεν είν’ εκεί που πας. Ν’ αλλάξεις δρόμο!
Υ.Γ.
Το κείμενο διαμαρτυρίας των λογίων της Αλεξάνδρειας, που πληκτρολόγησε ο φίλος SpyrosZer, παρατίθεται εδώ (με διατήρηση της ορθογραφίας πλην πολυτονικού):
ΟΙ ΔΙΑΝΟΟΥΜΕΝΟΙ ΤΗΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΙΑΣ
ΥΠΕΡ ΤΟΥ ΒΑΡΝΑΛΗ
ΜΙΑ ΔΙΑΜΑΡΤΥΡΙΑ
Με
κατάπληξη έμαθε μία μεγάλη μερίς των διανοουμένων Αλεξάνδρειας ότι η
Εκπαιδευτική Επιτροπή του Υπουργείου της Παιδείας κατεδίκασε σε εξάμηνο
παύση τον ποιητή Κώστα Βάρναλη, καθηγητή στο Διδασκαλείον Αθηνών, για
το λόγο ότι, πριν 2 ή 3 χρόνια, εδημοσίευσε σ’ ένα βιβλίο του «Το φως
που καίει», μερικούς στίχους που θίγουν, κατά την αντίληψη των κριτών
του, την ιδέα της πατρίδας.
Διερωτώμεθα
αν η πειθαρχική αυτή τιμωρία του ποιητού, που κατέφθασε με μια τέτοια
παράξενη αργοπορία, σημαίνει την απαρχή στην Ελλάδα, διωγμών κατά του
πνεύματος και της ελευθερίας του λόγου, εάν έπρεπε να εγκαθιδρυθή στον
τόπο μας το πολίτευμα της «Ελευθερίας» και της «Προόδου», η Δημοκρατία,
για να καταδιωχθεί ένας ποιητής, γιατί διετύπωσε μιαν ιδέα που δεν
αρέσει στους επισήμους, εάν το κράτος εννοεί να νομοθετήση επίσημη
έκφραση ωρισμένων ιδεών…
Και
από την άλλη μεριά, με περιέργεια και ανησυχία θέλομε να μάθωμε εάν οι
κύριοι δικασταί της Εκπαιδευτικής Επιτροπής ανεκάλυψαν, για την ιδέα
της πατρίδος, τον απαρασάλευτο τύπο του ορθόδοξου ορισμού και απάνω εις
αυτόν εμέτρησαν την ποιητική έκφραση που της έδωσε ο Βάρναλης και την
βρήκαν λανθασμένη, εγκληματική ….
Ελησμόνησαν
άραγε οι κύριοι δικασταί ότι ανέκαθεν οι καταδικασθέντες για τις ιδέες
τους ελατρεύτηκαν ως θεοί ή ήρωες του πνεύματος, μερικούς αιώνες ή και
μερικές γενεές μόνο, κατόπιν;
Εάν
η ποιητική έκφρασις του Βάρναλη είναι λανθασμένη, δεν θ’ αρκούσαν για
να το αποδείξουν, εμπρός στα μάτια του λαού οι επίσημοι και μη
διανοούμενοι, και να καταστρέψουν έτσι την αίρεση, με τα ίδια τους όπλα;
Έπρεπε να διαταχθή κατά του ποιητού η σκληρή, βάρβαρη ποινή της εξαμήνου πείνας;
Έπρεπε
να τιμωρηθή το πνεύμα γιατί, στην έρευνά του, διετύπωσε μιαν έκφραση
που επλήγωσε ορθές ή στραβές αντιλήψεις μερικών ανώτερων υπαλλήλων του
Υπουργείου της Παιδείας που ανέλαβαν να την κρίνουν;
Διαμαρτυρόμεθα
και εκφράζομε στον Κώστα Βάρναλη όλη τη συμπάθειά μας γιατί, εργάτης
του πνεύματος, υπακούσας στη σκέψη του και την συγκίνησή του, εξέφρασε
μίαν αντίληψή του και χτυπήθηκε γι’ αυτό με ανάρμοστη τιμωρία.
Υψώνομε
την διαμαρτυρία μας προς το Κράτος και τους υπευθύνους και τους
ζητούμε, για τη τιμή τους, ν’ ανακαλέσουν και ν’ ακυρώσουν την απόφαση
της Εκπαιδευτικής Επιτροπής.
Αλεξάνδρεια 13 Απριλίου 1925
Υπέγραψαν:
Β.
Αθανασόπουλος, Γλαύκος Αλιθέρσης, Αγ. Αριστοκλής, Γ. Βρισιμιτζάκης, Σ.
Γιαννακάκης, Δρ. Θ. Γεωργίου, Δ. Ευαγγέλου, Κ. Π. Καβάφης, Γ.
Κιτρόπουλος, Απόστολος Λεοντής, Δ. Λίτσας, Κ. Δ. Μακρής, Τίμος
Μαλάνος, Αθανάσιος Μαρσέλος, Πόλυς Μοδινός, Παύλος Μύρτης, Νικόλαος
Νικολαίδης, Θ. Ξανθόπουλος, Στεφ. Πάργας, Β. Πασχαλίδης, Β. Παυλίδης, Μ.
Περίδης, Γ. Πετρίδης, Γ. Πιερίδης, Αλεκ. Σκούφας, Δρ. Α. Σκουφόπουλος.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου