Ξεκίνησε μια μέρα μετά το "τέλος" του κόσμου. Επειδή όμως το τέλος
δεν ήρθε, εξακολουθεί να... εκτίθεται και θα συνεχίσει μέχρι τις 25
Ιανουαρίου. Ο Βαγγέλης Χερουβείμ βγάζει τα... άπλυτα των Μνημονίων και
της τρόικας, εσωτερικής και εξωτερικής, στη φόρα. Ο γνωστός σκιτσογράφος
εκθέτει πάνω από εκατό γελοιογραφίες του, κυρίως των δύο τελευταίων
ετών, δημοσιευμένες κατά κύριο λόγο στην "Αυγή" αλλά και στη "Γαλέρα",
την "Εποχή", τους "Ενεργούς Πολίτες" και άλλα αριστερά έντυπα, στο
θέατρο "Δια Δύο" (Σπύρου Πάτση 99, μετρό Κεραμεικός).
Κρεμασμένα σε μανταλάκια, τα σκίτσα του Βαγγέλη Χερουβείμ κριτικάρουν, σχολιάζουν, σαρκάζουν, αλλάζουν γενικώς τα φώτα στην εξουσία και την αδιαφορία. Ένας "πολιτικός αστειέμπορας", όπως χαρακτηρίζει τον εαυτό του αυτοσαρκαζόμενος, δεν θα μπορούσε παρά να θέσει σε κοινή θέα όλα όσα μας καταδυναστεύουν, μας πονούν και μας θυμώνουν.
Ο σκιτσογράφος αποτυπώνει τις αιχμές του για τα μνημόνια, την κρίση έτσι όπως εκφράζεται κυρίως στο πολιτικό πεδίο, για τις χαρακιές, και τα χαρακώματα που δημιουργούνται σε όλους τους χώρους της ζωή μας αλλά και για τις ελπίδες και τη νέα αισιοδοξία που φέρνουν οι νέες συλλογικές αντιστάσεις. Κάπως έτσι, άλλωστε, με ριπές ασταμάτητες, έχουμε συνηθίσει να χρωματίζουν τα χαρτιά τους οι σκιτσογράφοι. Πολλώ δε μάλλον όταν είναι αριστεροί. Ο μεγάλος δάσκαλος της σάτιρας Μποστ έλεγε στην τελευταία του συνέντευξη ότι "όσο πιο αριστερά τόσο πιο πολύ χιούμορ (πρέπει να έχεις)".
Ο Βαγγέλης Χερουβείμ συμφωνεί και επαυξάνει "Δεν είναι ουδέτερο το χιούμορ, οφείλει να παίρνει θέση. Αριστερά είναι όταν χαμογελούν και οι πιο πικραμένοι. Αν δεν συμβαίνει αυτό, πόσο πραγματικό μπορεί να είναι το χαμόγελο των υπολοίπων; Θα είναι δανεικό ή κλεμμένο".
Τι συμβαίνει όμως όταν βιώνουμε μια τόσο σκληρή και πολυεπίπεδη κρίση; Μπορεί άραγε ένας σκιτσογράφος να προσφέρει χαμόγελο σε χείλη πικραμένα; "Βεβαίως μπορεί να προσφέρει, αλλά στιγμιαία. Τα διαρκέστερα χαμόγελα είναι έργο πολιτικό και συλλογικό. Ο σκιτσογράφος το καλύτερο που έχει να πετύχει είναι να αποκαλύψει τη γύμνια της εξουσίας και να δείξει ότι το να τη χειροκροτούμε δεν είναι η μόνη μας επιλογή. Στην πρόσφατη ιστορία της ελληνικής γελοιογραφίας έχουν αποτυπωθεί τουλάχιστον τρεις μεταπολιτεύσεις.
Η πρώτη ήταν η άρση της λογοκρισίας με την πτώση της χούντας και η ανάδυση ενός νέου είδους, της Νέας Πολιτικής Γελοιογραφίας. Αυτή η γενιά σκιτσογράφων της πρώτης μεταπολίτευσης πέρασε μια σοβαρή κρίση ταυτότητας τα πρώτα χρόνια της διακυβέρνησης ΠΑΣΟΚ, πριν αρχίσουν τα σκάνδαλα και πριν από τη 'δεξιά' στροφή. Όπως και η Αριστερά, έτσι και οι σκιτσογράφοι στάθηκαν αμήχανοι μπροστά σε μια σοσιαλιστική, όπως φάνταζε τότε, κυβέρνηση.
Γρήγορα όμως, και πολλοί εξ αυτών νωρίτερα από τους πολιτικούς επιστήμονες διέγνωσαν τον λαϊκισμό και τα χρώματα που μπορεί αυτός να αλλάζει. Η δεύτερη μεταπολίτευση στο πολιτικό σκίτσο έρχεται με τον 'εκσυγχρονισμό'. Την περίοδο που οι μεγάλοι ηγέτες και οι μεγάλες αφηγήσεις αποχωρούσαν από το προσκήνιο και άφηναν στη θέση τους το χρηματιστήριο, το προσωπικό βόλεμα και το life style είχαν νέα θεριά να αντιμετωπίσουν.
Η παρούσα είναι ίσως η πιο κρίσιμη, η πιο μίζερη και ενδεχομένως η πιο ελπιδοφόρα. Αν τα πράγματα πάνε πολύ καλά, και τη γλιτώσουμε στρίβοντας αριστερά με τις μικρότερες δυνατές απώλειες, οι σκιτσογράφοι θα βρεθούν σε αμηχανία. Αλλά γόνιμη ελπίζω, γιατί η ιστορία δεν τελειώνει".
Σήμερα πια, που το πολιτικό δυναμικό της χώρας αλλά και της Ευρώπης γενικότερα έχει αυτοκαταργηθεί, αναπροσδιορίζεται η κριτική του πολιτικού σκιτσογράφου; "Ο ρόλος του σκίτσου δεν είναι να πυροβολεί πολιτικές νεκροφόρες αλλά να δείξει ότι το τέρας παραμένει ζωντανό, έστω κι αν αλλάζει ονόματα. Αυτό το τέρας μπορεί να είναι συμμαχικό, μπορεί να είναι τεχνοκρατικό, αλλά, όταν κόβει τις συντάξεις των αναπήρων, τη δημόσια παιδεία και υγεία, παραμένει τρομακτικό. Δείχνει τα δόντια του (τους κυνόδοντες, τις κουφάλες, τους τραπεζίτες), μπορούμε όμως να του δείχνουμε κι εμείς τα δικά μας, που είναι πολύ περισσότερα. Άλλωστε τα δικά μας δόντια φαίνονται και μέσα από τα χαμόγελά μας. Μην ξεχνάμε ότι το χιούμορ και το γέλιο δεν είναι μοναχική υπόθεση, είναι κατ' εξοχήν κοινωνικό".
Τι διαφοροποιεί λοιπόν το τυπωμένο σκίτσο στην εφημερίδα ή το περιοδικό από μια έκθεση σε εικαστικό χώρο ή στο διαδίκτυο;
"Το σκίτσο, κυρίως το πολιτικό σκίτσο, είναι προορισμένο για δημοσίευση. Παράλληλα είναι βραχύβιο: η ζωή του συμπίπτει με τη διάρκεια μιας εφημερίδας ή ενός περιοδικού. Στο διαδίκτυο η διάδοση και η διάδραση κάνει την επικοινωνία να επεκτείνεται. Και σε μια έκθεση σε εικαστικό χώρο αυτό συμβαίνει πάλι με ανάλογο τρόπο. Μπορείς να δεις τις αντιδράσεις των άλλων και αυτό επιπλέον έχει και μια σωματικότητα με την κριτική πάνω στην κριτική. Αυτό είναι και το πλεονέκτημά του έναντι του διαδικτύου. Όμως κοινός παρανομαστής όλων, πέρα από την κριτική και το σχόλιο, είναι η επικοινωνία".
Κρεμασμένα σε μανταλάκια, τα σκίτσα του Βαγγέλη Χερουβείμ κριτικάρουν, σχολιάζουν, σαρκάζουν, αλλάζουν γενικώς τα φώτα στην εξουσία και την αδιαφορία. Ένας "πολιτικός αστειέμπορας", όπως χαρακτηρίζει τον εαυτό του αυτοσαρκαζόμενος, δεν θα μπορούσε παρά να θέσει σε κοινή θέα όλα όσα μας καταδυναστεύουν, μας πονούν και μας θυμώνουν.
Ο σκιτσογράφος αποτυπώνει τις αιχμές του για τα μνημόνια, την κρίση έτσι όπως εκφράζεται κυρίως στο πολιτικό πεδίο, για τις χαρακιές, και τα χαρακώματα που δημιουργούνται σε όλους τους χώρους της ζωή μας αλλά και για τις ελπίδες και τη νέα αισιοδοξία που φέρνουν οι νέες συλλογικές αντιστάσεις. Κάπως έτσι, άλλωστε, με ριπές ασταμάτητες, έχουμε συνηθίσει να χρωματίζουν τα χαρτιά τους οι σκιτσογράφοι. Πολλώ δε μάλλον όταν είναι αριστεροί. Ο μεγάλος δάσκαλος της σάτιρας Μποστ έλεγε στην τελευταία του συνέντευξη ότι "όσο πιο αριστερά τόσο πιο πολύ χιούμορ (πρέπει να έχεις)".
Ο Βαγγέλης Χερουβείμ συμφωνεί και επαυξάνει "Δεν είναι ουδέτερο το χιούμορ, οφείλει να παίρνει θέση. Αριστερά είναι όταν χαμογελούν και οι πιο πικραμένοι. Αν δεν συμβαίνει αυτό, πόσο πραγματικό μπορεί να είναι το χαμόγελο των υπολοίπων; Θα είναι δανεικό ή κλεμμένο".
Τι συμβαίνει όμως όταν βιώνουμε μια τόσο σκληρή και πολυεπίπεδη κρίση; Μπορεί άραγε ένας σκιτσογράφος να προσφέρει χαμόγελο σε χείλη πικραμένα; "Βεβαίως μπορεί να προσφέρει, αλλά στιγμιαία. Τα διαρκέστερα χαμόγελα είναι έργο πολιτικό και συλλογικό. Ο σκιτσογράφος το καλύτερο που έχει να πετύχει είναι να αποκαλύψει τη γύμνια της εξουσίας και να δείξει ότι το να τη χειροκροτούμε δεν είναι η μόνη μας επιλογή. Στην πρόσφατη ιστορία της ελληνικής γελοιογραφίας έχουν αποτυπωθεί τουλάχιστον τρεις μεταπολιτεύσεις.
Η πρώτη ήταν η άρση της λογοκρισίας με την πτώση της χούντας και η ανάδυση ενός νέου είδους, της Νέας Πολιτικής Γελοιογραφίας. Αυτή η γενιά σκιτσογράφων της πρώτης μεταπολίτευσης πέρασε μια σοβαρή κρίση ταυτότητας τα πρώτα χρόνια της διακυβέρνησης ΠΑΣΟΚ, πριν αρχίσουν τα σκάνδαλα και πριν από τη 'δεξιά' στροφή. Όπως και η Αριστερά, έτσι και οι σκιτσογράφοι στάθηκαν αμήχανοι μπροστά σε μια σοσιαλιστική, όπως φάνταζε τότε, κυβέρνηση.
Γρήγορα όμως, και πολλοί εξ αυτών νωρίτερα από τους πολιτικούς επιστήμονες διέγνωσαν τον λαϊκισμό και τα χρώματα που μπορεί αυτός να αλλάζει. Η δεύτερη μεταπολίτευση στο πολιτικό σκίτσο έρχεται με τον 'εκσυγχρονισμό'. Την περίοδο που οι μεγάλοι ηγέτες και οι μεγάλες αφηγήσεις αποχωρούσαν από το προσκήνιο και άφηναν στη θέση τους το χρηματιστήριο, το προσωπικό βόλεμα και το life style είχαν νέα θεριά να αντιμετωπίσουν.
Η παρούσα είναι ίσως η πιο κρίσιμη, η πιο μίζερη και ενδεχομένως η πιο ελπιδοφόρα. Αν τα πράγματα πάνε πολύ καλά, και τη γλιτώσουμε στρίβοντας αριστερά με τις μικρότερες δυνατές απώλειες, οι σκιτσογράφοι θα βρεθούν σε αμηχανία. Αλλά γόνιμη ελπίζω, γιατί η ιστορία δεν τελειώνει".
Σήμερα πια, που το πολιτικό δυναμικό της χώρας αλλά και της Ευρώπης γενικότερα έχει αυτοκαταργηθεί, αναπροσδιορίζεται η κριτική του πολιτικού σκιτσογράφου; "Ο ρόλος του σκίτσου δεν είναι να πυροβολεί πολιτικές νεκροφόρες αλλά να δείξει ότι το τέρας παραμένει ζωντανό, έστω κι αν αλλάζει ονόματα. Αυτό το τέρας μπορεί να είναι συμμαχικό, μπορεί να είναι τεχνοκρατικό, αλλά, όταν κόβει τις συντάξεις των αναπήρων, τη δημόσια παιδεία και υγεία, παραμένει τρομακτικό. Δείχνει τα δόντια του (τους κυνόδοντες, τις κουφάλες, τους τραπεζίτες), μπορούμε όμως να του δείχνουμε κι εμείς τα δικά μας, που είναι πολύ περισσότερα. Άλλωστε τα δικά μας δόντια φαίνονται και μέσα από τα χαμόγελά μας. Μην ξεχνάμε ότι το χιούμορ και το γέλιο δεν είναι μοναχική υπόθεση, είναι κατ' εξοχήν κοινωνικό".
Τι διαφοροποιεί λοιπόν το τυπωμένο σκίτσο στην εφημερίδα ή το περιοδικό από μια έκθεση σε εικαστικό χώρο ή στο διαδίκτυο;
"Το σκίτσο, κυρίως το πολιτικό σκίτσο, είναι προορισμένο για δημοσίευση. Παράλληλα είναι βραχύβιο: η ζωή του συμπίπτει με τη διάρκεια μιας εφημερίδας ή ενός περιοδικού. Στο διαδίκτυο η διάδοση και η διάδραση κάνει την επικοινωνία να επεκτείνεται. Και σε μια έκθεση σε εικαστικό χώρο αυτό συμβαίνει πάλι με ανάλογο τρόπο. Μπορείς να δεις τις αντιδράσεις των άλλων και αυτό επιπλέον έχει και μια σωματικότητα με την κριτική πάνω στην κριτική. Αυτό είναι και το πλεονέκτημά του έναντι του διαδικτύου. Όμως κοινός παρανομαστής όλων, πέρα από την κριτική και το σχόλιο, είναι η επικοινωνία".
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου