Η ιστορική βιογραφία αποτελεί ένα από τα δυσκολότερα είδη ιστορικής συγγραφής, μολονότι η βιβλιογραφία, ιδιαίτερα η αγγλοσαξωνική, συχνά κατακλύζεται από πονήματα του είδους, όχι πάντα αξιομνημόνευτης ποιότητας.
Οι δυσκολίες έγκεινται, βεβαίως, στις απαιτήσεις εις βάθος γνώσης όχι μονάχα μιας ιστορικής περιόδου που απλώνεται στη διάρκεια μιας ζωής, περί τα 70 χρόνια, αλλά της εξοικείωσης, της «γνωριμίας», με τον ίδιο τον άνθρωπο τη ζωή του οποίου ο ιστορικός καλείται να ανασυστήσει.
Αν σε αυτές προστεθεί και η σχετική δυσανεξία της μη αγγλοσαξωνικής ιστοριογραφικής παράδοσης σε ό,τι αφορά τον ρόλο της προσωπικότητας στην ιστορία, μπορεί να καταλάβει γιατί στη χώρα μας η σχετική ιστοριογραφική παραγωγή παραμένει πενιχρή.
Το κενό αυτό επιχειρεί να καλύψει, σε κάποιον βαθμό, η πρωτοβουλία του Ιδρύματος της Βουλής να εγκαινιάσει την εκδοτική σειρά «Βιογραφίες πολιτικών», στο πλαίσιο της οποίας δημοσιεύονται μονογραφίες νεότερων ιστορικών και πολιτικών επιστημόνων, που αφορούν όχι μονάχα κοινοβουλευτικούς, όπως ο Γ. Καφαντάρης και ο Επ. Δεληγεώργης, αντικείμενο των δύο πρώτων έργων της σειράς, αλλά και πολιτικούς στοχαστές, όπως ο Γιώργος Θεοτοκάς, την πολιτική πνευματική διαδρομή του οποίου σκιαγραφεί ο ιστορικός και μουσικολόγος Λυκούργος Κουρκουβέλας.
«Στόχος μας δεν είναι να προσθέσουμε μία ακόμη βιογραφία του Βενιζέλου, του Καραμανλή ή των Παπανδρέου», μας λέει ο επιστημονικός υπεύθυνος, καθηγητής Ευάνθης Χατζηβασιλείου. «Προσπαθούμε να φωτίσουμε και άλλες πολιτικές προσωπικότητες, που έπαιξαν σημαντικό ρόλο δίπλα ή παράλληλα με αυτούς τους κορυφαίους της ελληνικής πολιτικής ιστορίας». Όπως τονίζει, επιδίωξη της σειράς είναι να διευρυνθεί και πέραν του βενιζελογενούς χώρου, έτσι προγραμματίζεται η έκδοση, στο άμεσο μέλλον, βιογραφικών μονογραφιών για τον Δημήτριο Γούναρη, τον Γεώργιο Καρτάλη και τον Ηλία Ηλιού.
Η μελέτη του Λ. Κουρκουβέλα εστιάζει στον ρόλο του Γ. Θεοτοκά ως διανοούμενου που, με τις ιδέες, τα κείμενα και τις παρεμβάσεις του βρέθηκε στο επίκεντρο του δημόσιου διαλόγου, από την εποχή του Μεσοπολέμου έως τον θάνατό του, το 1966.
Διαρθρώνεται σε τρία κεφάλαια, που αντιστοιχούν στις τρεις δεκαετίες συνειδητής παρέμβασης του λογοτέχνη και διανοούμενου: από τον ριζοσπαστικό ευρωπαϊσμό και την αναζήτηση της «ελληνικότητας» σε άμεσο διάλογο με αυτόν, κατά τη δεκαετία του '30, στην κοσμογονία του πολέμου και της αντίστασης, με τις σοσιαλίζουσες πολιτικές αναζητήσεις, και στην ισοπέδωση που ακολούθησε όταν ο Εμφύλιος ενοποίησε τις αστικές δυνάμεις, περιθωριοποιώντας φωνές σαν αυτή του Θεοτοκά, που αναζητούσαν μια οδό μεσότητας. Τέλος, παρακολουθεί την αποφασιστική πρόσδεση της σκέψης του στη δυτική, αντιολοκληρωτική επιλογή (κάτι που θα τον φέρει σε έντονη αντιπαράθεση με τον φίλο του Γ. Σεφέρη, εξαιτίας της επικριτικής θέσης του Θεοτοκά για τον αντιβρετανικό αγώνα στην Κύπρο), η στροφή του προς την ορθοδοξία και την αναζήτηση εκεί μιας εκδοχής της ελληνικότητας, καθώς και τις τελευταίες αναλαμπές ελπίδας και βαθύτατης απογοήτευσης, με τη νίκη της Ένωσης Κέντρου και τα Ιουλιανά, αντίστοιχα, λίγο πριν από τον θάνατό του.
Παναγής Τσαλδάρης
Χωρίς να εντάσσεται στη σειρά πολιτικών βιογραφιών, το έργο του δημοσιογράφου Γεώργιου Βούρου για τον Παναγή Τσαλδάρη, γραμμένο στα 1955, είκοσι σχεδόν χρόνια μετά τον θάνατό του, αποτελεί μια σημαντική πηγή για τον βίο και την πολιτεία του αρχηγού του Λαϊκού Κόμματος, αλλά και για την ίδια την εποχή κατά την οποία γράφτηκε. Πηγή την οποία κάνει και πάλι προσιτή η φωτοαναστατική ανατύπωσή του από το Ίδρυμα της Βουλής.
Όταν ο Βούρος ξεκίνησε τη σύνθεση της βιογραφίας του πρώην πρωθυπουργού, το 1953, ύστερα από προτροπή της συζύγου του Λίνας Τσαλδάρη, η διαιρετική τομή που είχε καθιερώσει ο Εθνικός Διχασμός και κυριάρχησε καθ' όλη τη διάρκεια του Μεσοπολέμου αποτελούσε παρελθόν. Βενιζελικά και αντιβενιζελικά κόμματα, που αναστήθηκαν μετά την Κατοχή χάρις στον αντικομμουνιστικό αγώνα, βρίσκονταν πλέον στην ίδια πλευρά της καινούργιας διαιρετικής τομής που καθιέρωνε η εθνικοφροσύνη. Το ίδιο το κόμμα του Π. Τσαλδάρη, που στις εκλογές του 1946, υπό την ηγεσία του ανιψιού του, Κωνσταντίνου, είχε συγκεντρώσει, ελέω αποχής της Αριστεράς, το 55%, στις εκλογές του 1952 δεν κατάφερε να εκλέξει καν βουλευτή.
Σε αυτό το περιβάλλον, που χαρακτηριζόταν από την ενοποίηση των αστικών δυνάμεων πάνω στις γραμμές αντιπαράθεσης που έθεταν οι πραγματικότητες του Ψυχρού Πολέμου, ο Βούρος επιχείρησε να αφηγηθεί την ιστορία του πρώην πρωθυπουργού (1933-1935), εμμένοντας στις προσπάθειές του, κατά τον Μεσοπόλεμο, για μια πολιτική συνεννόησης και υπέρβασης του Εθνικού Διχασμού, καθώς και στην προσήλωσή του στον νόμο και τον κοινοβουλευτισμό, όπως τονίζει στην εισαγωγή της η καθηγήτρια Κωνσταντίνα Μπότσιου.
Λυκούργος Κουρκουβέλας
Γιώργος Θεοτοκάς
Ίδρυμα της Βουλής των Ελλήνων, 2013
σελ. 300
Γεώργιος Βούρος
Παναγής Τσαλδάρης (1867-1936)
Εισαγωγή: Κωνσταντίνα Μπότσιου
Ίδρυμα της Βουλής των Ελλήνων, 2014
σελ. 544
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου