Του Σπύρου Κακουριώτη
Πέντε αιώνες ιστορίας αποτυπώνονται μέσα από τα τεκμήρια που παρουσιάζονται από αύριο στις αίθουσες του Ιδρύματος Ευγενίδου, στην έκθεση με τίτλο «100 χρόνια Γενικά Αρχεία του Κράτους, 500 χρόνια ιστορίας».
Για πρώτη φορά, τα ΓΑΚ ανοίγουν τις αρχειοθήκες τους και παρουσιάζουν έναν μεγάλο πλούτο εκθεμάτων, κορυφώνοντας με τον τρόπο αυτό τις εκδηλώσεις για την εκατονταετηρίδα της υπηρεσίας.
Θεματοφύλακας της μνήμης του ελληνικού κράτους, τα ΓΑΚ αποτελούν «τέκνο» της εκσυγχρονιστικής πολιτικής του Ελ. Βενιζέλου, καθώς ιδρύθηκαν το 1914, με τον νόμο 380 «Περί της ιδρύσεως υπηρεσίας των αρχείων του κράτους», με σκοπό «την συναγωγήν και εποπτείαν πάντων των δημοσίων αρχείων των περιλαμβανόντων έγγραφα προ πεντηκονταετίας χρονολογούμενα».
Πρώτος διευθυντής τους υπήρξε ο ερευνητής Γιάννης Βλαχογιάννης, που προίκισε τα ΓΑΚ με την πολύτιμη συλλογή του και πρωτοστάτησε στη σωτηρία των αρχείων του Αγώνα του 1821, ενώ πρώτος πρόεδρος της Εφορείας ήταν ο πατέρας της ελληνικής λαογραφίας, Νικόλαος Γ. Πολίτης.
Σήμερα, εκατό χρόνια μετά την ίδρυσή τους, τα ΓΑΚ λειτουργούν βάσει ενός περισσότερο σύγχρονου νομοθετικού πλαισίου (Ν. 1946/1991), που διέπει την αρχειακή πολιτική του ελληνικού κράτους και προβλέπει την υποχρέωση των υπηρεσιών να καταθέτουν το ανενεργό αρχειακό υλικό τους σε αυτά. Παράλληλα, έπειτα από πολύχρονες περιπέτειες, κατά τη διάρκεια των οποίων η κεντρική υπηρεσία των ΓΑΚ στεγαζόταν σε υπόγεια (της Ακαδημίας, της Παλαιάς Βουλής κ.ά.), πλέον διαθέτει ένα σύγχρονο κτήριο, στο Ψυχικό, με όλες τις προδιαγραφές τόσο για την ασφαλή φύλαξη του υλικού τους όσο και για την άνετη χρήση του αναγνωστηρίου τους. Σήμερα, στη θέση της διευθύντριας και του προέδρου της Εφορείας βρίσκονται, αντίστοιχα, η πολιτική επιστήμονας και αρχειονόμος Μαριέττα Μινώτου και ο ιστορικός Νίκος Καραπιδάκης.
Μιλώντας για την πολιτική ανοίγματος που ακολουθούν τα τελευταία χρόνια τα ΓΑΚ, η Χρ. Σάρρα λέει πως «θέλουμε να αλλάξει η αντίληψη ότι το αναγνωστήριό μας απευθύνεται σε πολύ περιορισμένο κοινό», γι' αυτό και πραγματοποιούνται όλο και συχνότερα εκδηλώσεις, εκθέσεις, εκπαιδευτικά προγράμματα, ακόμη και για μαθητές Δημοτικού. «Ακόμη και ο απλός πολίτης που θέλει να βρει πληροφορίες για το χωριό ή την οικογένειά του μπορεί να το κάνει με την καθοδήγηση των αρχειονόμων». Τα ΓΑΚ ακολουθούν μια πολιτική ανοιχτών αρχείων προς όλους τους πολίτες, καθώς «ανοιχτά αρχεία σημαίνει και έλεγχο της δημόσιας διοίκησης, διαφάνεια στις διοικητικές πράξεις», συμπληρώνει.
Έχουν περάσει εκατό χρόνια από τότε που ο Βλαχογιάννης πούλαγε την περιουσία του προκειμένου να μπορέσει να αγοράσει το αρχειακό υλικό που το Ελεγκτικό Συνέδριο ξεπουλούσε σε εμπόρους χάρτου. Από τότε, η «αρχειακή συνείδηση» του δημοσίου έχει βελτιωθεί; «Τα τελευταία χρόνια κατά πολύ», λέει η Χρ. Σάρρα, που σημειώνει ότι παλιότερα οι δημόσιες υπηρεσίες είχαν μια «φεουδαρχική» αντιμετώπιση των αρχείων τους ή διακρίνονταν από αντιλήψεις «ιδεολογικής ευταξίας», θεωρώντας αυθαίρετα πως διάφορα στοιχεία «δεν έπρεπε να βγουν παραέξω». Βέβαια δεν είναι λίγοι οι πολιτικοί ηγέτες που θεωρούν ακόμα πως μπορούν να πάρουν το αρχείο σπίτι τους...
Πάντως ακόμη και σήμερα τα ΓΑΚ καλούνται να παρέμβουν σωστικά για αρχειακά σώματα που τυχαία γίνεται γνωστό ότι κινδυνεύουν να καταστραφούν, όπως το αρχείο του Αναμορφωτηρίου Θηλέων, που βρισκόταν παραπεταμένο σε ένα εγκαταλελειμμένο κτήριο του Ερυθρού Σταυρού και χρησίμευε για να... ζεσταίνονται οι άστεγοι που είχαν καταφύγει εκεί. «Παρεμβαίνουμε σωστικά ακόμη και σε ιδιωτικά αρχεία, όταν διαπιστώνουμε κίνδυνο απώλειας, όπως στην περίπτωση του αρχείου του Αυτόνομου Σταφιδικού Οργανισμού ή του Εργοστασίου Κουνινιώτη».
Οι διατάξεις για τα προσωπικά δεδομένα και η συχνά αυθαίρετη ερμηνεία τους έχουν δημιουργήσει πολλά προσκόμματα στους ερευνητές. Πώς αντιμετωπίζουν τα ΓΑΚ το θέμα; «Το υλικό των ΓΑΚ εξαιρείται από αυτές τις διατάξεις, με την έννοια ότι ο ερευνητής μπορεί να έχει πρόσβαση στο υλικό. Δεσμεύεται όμως να το χρησιμοποιήσει με τρόπο που να είναι σύμφωνος με το πνεύμα του νόμου», λέει η Χρ. Σάρρα. Ρωτάμε πώς αντιμετωπίζουν τις πρόσφατες πρωτοβουλίες της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την αναγνώριση ενός «δικαιώματος στη λήθη», απάλειψης δηλαδή προσωπικών δεδομένων κάποιου από το αρχειακό υλικό. «Η ιστορία γράφεται και από τα κάτω, από τους ανθρώπους. Δεν είναι δυνατόν να απαλείφονται ονόματα από συγκεκριμένα τεκμήρια, όσο κι αν η χρήση του πρέπει να γίνεται σύμφωνα με τον νόμο. Επ' αυτού στα διεθνή σώματα όπου μετέχουμε συντασσόμαστε απόλυτα με τους Γάλλους συναδέλφους που αντέδρασαν σε αυτήν την πρωτοβουλία της Κομισιόν».
Η αφήγηση χωρίζεται σε εννέα ενότητες, καλύπτοντας την περίοδο της Επανάστασης του 1821, της διακυβέρνησης του Καποδίστρια και της μοναρχίας του Όθωνα, τις εκσυγχρονιστικές απόπειρες των κυβερνήσεων του β' μισού του 19ου αιώνα. Στη συνέχεια, εκτίθεται υλικό σχετικό με τον Α' Παγκόσμιο πόλεμο, την Μικρασιατική εκστρατεία και την αποκατάσταση των προσφύγων (1912-1935), τη δικτατορία Μεταξά, την Κατοχή, την Αντίσταση και τον Εμφύλιο (1936-1949). Εκθέματα από τη μετεμφυλιακή «καχεκτική δημοκρατία» και τη δικτατορία των συνταγματαρχών συνθέτουν την προτελευταία ενότητα, ενώ, τέλος, μία ακόμη ενότητα αφιερώνεται στην περίοδο από το 1974 μέχρι σήμερα.
Πηγή Η ΑΥΓΗ
Πέντε αιώνες ιστορίας αποτυπώνονται μέσα από τα τεκμήρια που παρουσιάζονται από αύριο στις αίθουσες του Ιδρύματος Ευγενίδου, στην έκθεση με τίτλο «100 χρόνια Γενικά Αρχεία του Κράτους, 500 χρόνια ιστορίας».
Για πρώτη φορά, τα ΓΑΚ ανοίγουν τις αρχειοθήκες τους και παρουσιάζουν έναν μεγάλο πλούτο εκθεμάτων, κορυφώνοντας με τον τρόπο αυτό τις εκδηλώσεις για την εκατονταετηρίδα της υπηρεσίας.
Θεματοφύλακας της μνήμης του ελληνικού κράτους, τα ΓΑΚ αποτελούν «τέκνο» της εκσυγχρονιστικής πολιτικής του Ελ. Βενιζέλου, καθώς ιδρύθηκαν το 1914, με τον νόμο 380 «Περί της ιδρύσεως υπηρεσίας των αρχείων του κράτους», με σκοπό «την συναγωγήν και εποπτείαν πάντων των δημοσίων αρχείων των περιλαμβανόντων έγγραφα προ πεντηκονταετίας χρονολογούμενα».
Πρώτος διευθυντής τους υπήρξε ο ερευνητής Γιάννης Βλαχογιάννης, που προίκισε τα ΓΑΚ με την πολύτιμη συλλογή του και πρωτοστάτησε στη σωτηρία των αρχείων του Αγώνα του 1821, ενώ πρώτος πρόεδρος της Εφορείας ήταν ο πατέρας της ελληνικής λαογραφίας, Νικόλαος Γ. Πολίτης.
Σήμερα, εκατό χρόνια μετά την ίδρυσή τους, τα ΓΑΚ λειτουργούν βάσει ενός περισσότερο σύγχρονου νομοθετικού πλαισίου (Ν. 1946/1991), που διέπει την αρχειακή πολιτική του ελληνικού κράτους και προβλέπει την υποχρέωση των υπηρεσιών να καταθέτουν το ανενεργό αρχειακό υλικό τους σε αυτά. Παράλληλα, έπειτα από πολύχρονες περιπέτειες, κατά τη διάρκεια των οποίων η κεντρική υπηρεσία των ΓΑΚ στεγαζόταν σε υπόγεια (της Ακαδημίας, της Παλαιάς Βουλής κ.ά.), πλέον διαθέτει ένα σύγχρονο κτήριο, στο Ψυχικό, με όλες τις προδιαγραφές τόσο για την ασφαλή φύλαξη του υλικού τους όσο και για την άνετη χρήση του αναγνωστηρίου τους. Σήμερα, στη θέση της διευθύντριας και του προέδρου της Εφορείας βρίσκονται, αντίστοιχα, η πολιτική επιστήμονας και αρχειονόμος Μαριέττα Μινώτου και ο ιστορικός Νίκος Καραπιδάκης.
«Ανοιχτά αρχεία σημαίνει έλεγχος της διοίκησης»
«Ο πολύς κόσμος έχει την εντύπωση ότι είμαστε κάτι σαν την Στάζι», λέει χαριτολογώντας η αρχειονόμος των ΓΑΚ Χριστίνα Σάρρα, με την οποία μιλήσαμε για την έκθεση. «Όμως η βασική ιδιότητα του αρχειακού υλικού είναι η αποδεικτική του αξία. Έχουμε κληθεί πολλές φορές να παράσχουμε υλικό τεκμηρίωσης για επίκαιρα θέματα που χειρίζεται το κράτος, από τις γερμανικές αποζημιώσεις μέχρι την κυριαρχία των βραχονησίδων στο Αιγαίο».Μιλώντας για την πολιτική ανοίγματος που ακολουθούν τα τελευταία χρόνια τα ΓΑΚ, η Χρ. Σάρρα λέει πως «θέλουμε να αλλάξει η αντίληψη ότι το αναγνωστήριό μας απευθύνεται σε πολύ περιορισμένο κοινό», γι' αυτό και πραγματοποιούνται όλο και συχνότερα εκδηλώσεις, εκθέσεις, εκπαιδευτικά προγράμματα, ακόμη και για μαθητές Δημοτικού. «Ακόμη και ο απλός πολίτης που θέλει να βρει πληροφορίες για το χωριό ή την οικογένειά του μπορεί να το κάνει με την καθοδήγηση των αρχειονόμων». Τα ΓΑΚ ακολουθούν μια πολιτική ανοιχτών αρχείων προς όλους τους πολίτες, καθώς «ανοιχτά αρχεία σημαίνει και έλεγχο της δημόσιας διοίκησης, διαφάνεια στις διοικητικές πράξεις», συμπληρώνει.
Έχουν περάσει εκατό χρόνια από τότε που ο Βλαχογιάννης πούλαγε την περιουσία του προκειμένου να μπορέσει να αγοράσει το αρχειακό υλικό που το Ελεγκτικό Συνέδριο ξεπουλούσε σε εμπόρους χάρτου. Από τότε, η «αρχειακή συνείδηση» του δημοσίου έχει βελτιωθεί; «Τα τελευταία χρόνια κατά πολύ», λέει η Χρ. Σάρρα, που σημειώνει ότι παλιότερα οι δημόσιες υπηρεσίες είχαν μια «φεουδαρχική» αντιμετώπιση των αρχείων τους ή διακρίνονταν από αντιλήψεις «ιδεολογικής ευταξίας», θεωρώντας αυθαίρετα πως διάφορα στοιχεία «δεν έπρεπε να βγουν παραέξω». Βέβαια δεν είναι λίγοι οι πολιτικοί ηγέτες που θεωρούν ακόμα πως μπορούν να πάρουν το αρχείο σπίτι τους...
Πάντως ακόμη και σήμερα τα ΓΑΚ καλούνται να παρέμβουν σωστικά για αρχειακά σώματα που τυχαία γίνεται γνωστό ότι κινδυνεύουν να καταστραφούν, όπως το αρχείο του Αναμορφωτηρίου Θηλέων, που βρισκόταν παραπεταμένο σε ένα εγκαταλελειμμένο κτήριο του Ερυθρού Σταυρού και χρησίμευε για να... ζεσταίνονται οι άστεγοι που είχαν καταφύγει εκεί. «Παρεμβαίνουμε σωστικά ακόμη και σε ιδιωτικά αρχεία, όταν διαπιστώνουμε κίνδυνο απώλειας, όπως στην περίπτωση του αρχείου του Αυτόνομου Σταφιδικού Οργανισμού ή του Εργοστασίου Κουνινιώτη».
Οι διατάξεις για τα προσωπικά δεδομένα και η συχνά αυθαίρετη ερμηνεία τους έχουν δημιουργήσει πολλά προσκόμματα στους ερευνητές. Πώς αντιμετωπίζουν τα ΓΑΚ το θέμα; «Το υλικό των ΓΑΚ εξαιρείται από αυτές τις διατάξεις, με την έννοια ότι ο ερευνητής μπορεί να έχει πρόσβαση στο υλικό. Δεσμεύεται όμως να το χρησιμοποιήσει με τρόπο που να είναι σύμφωνος με το πνεύμα του νόμου», λέει η Χρ. Σάρρα. Ρωτάμε πώς αντιμετωπίζουν τις πρόσφατες πρωτοβουλίες της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την αναγνώριση ενός «δικαιώματος στη λήθη», απάλειψης δηλαδή προσωπικών δεδομένων κάποιου από το αρχειακό υλικό. «Η ιστορία γράφεται και από τα κάτω, από τους ανθρώπους. Δεν είναι δυνατόν να απαλείφονται ονόματα από συγκεκριμένα τεκμήρια, όσο κι αν η χρήση του πρέπει να γίνεται σύμφωνα με τον νόμο. Επ' αυτού στα διεθνή σώματα όπου μετέχουμε συντασσόμαστε απόλυτα με τους Γάλλους συναδέλφους που αντέδρασαν σε αυτήν την πρωτοβουλία της Κομισιόν».
Η έκθεση
Η έκθεση που εγκαινιάζεται αύριο στις 7.00 μ.μ., στο Ίδρυμα Ευγενίδου, στη Λεωφόρο Συγγρού, περιλαμβάνει τεκμήρια που καλύπτουν τον ελληνικό χώρο από τον 17ο αιώνα έως και τις αρχές του 21ού. Μολονότι σε αυτήν παρουσιάζονται εντυπωσιακά εκθέματα, όπως περγαμηνοί κώδικες, σιγίλια, αντικείμενα λατρείας ή γυάλινες φωτογραφικές πλάκες, μεγαλύτερη έμφαση δίνεται σε τεκμήρια του 20ού αιώνα, που για πρώτη φορά παρουσιάζονται σε τέτοια έκταση. «Ήταν μια απόφαση του Εφορευτικού Συμβουλίου, γιατί ο περισσότερος κόσμος μας ταυτίζει με την περίοδο του Αγώνα και του Όθωνα», λέει η Χρ. Σάρρα. «Το ελάχιστο προσωπικό και οι απειροελάχιστοι πόροι που διέθεταν πάντα τα ΓΑΚ δεν μας έχουν επιτρέψει να έχουμε πλήρως ταξινομημένο υλικό πέραν αυτής της περιόδου. Γι' αυτό και η στρατηγική απόφαση της Εφορείας να αποδίδεται στην έρευνα και το αταξινόμητο υλικό».Η αφήγηση χωρίζεται σε εννέα ενότητες, καλύπτοντας την περίοδο της Επανάστασης του 1821, της διακυβέρνησης του Καποδίστρια και της μοναρχίας του Όθωνα, τις εκσυγχρονιστικές απόπειρες των κυβερνήσεων του β' μισού του 19ου αιώνα. Στη συνέχεια, εκτίθεται υλικό σχετικό με τον Α' Παγκόσμιο πόλεμο, την Μικρασιατική εκστρατεία και την αποκατάσταση των προσφύγων (1912-1935), τη δικτατορία Μεταξά, την Κατοχή, την Αντίσταση και τον Εμφύλιο (1936-1949). Εκθέματα από τη μετεμφυλιακή «καχεκτική δημοκρατία» και τη δικτατορία των συνταγματαρχών συνθέτουν την προτελευταία ενότητα, ενώ, τέλος, μία ακόμη ενότητα αφιερώνεται στην περίοδο από το 1974 μέχρι σήμερα.
Πηγή Η ΑΥΓΗ
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου