Σαν σήμερα, το 1864, γεννήθηκε ο ζωγράφος Henri de Toulouse-Lautrec, ο
οποίος μαζί με τους Cézanne, Van Gogh και Gauguin θεωρείται από τους
κύριους εκπρόσωπους του μετα-ιμπρεσιονισμού, του 19ου αιώνα. Μέσα σε
λιγότερο από δυο δεκαετίες καριέρας, δημιούργησε χιλιάδες έργα που
απαθανάτισαν το πνεύμα και τη διάθεση της παρισινής κοινωνίας της belle
époque.
O Henri Marie Raymond de Toulouse-Lautrec-Monfa, ή απλώς Henri de Toulouse-Lautrec, γεννήθηκε στις 24 Νοεμβρίου 1864 στο Albi της Νότιας Γαλλίας, μοναχοπαίδι και τελευταίος απόγονος των αριστοκρατών κόμητων της Toulouse, Lautrec και υποκόμηδων της Monfa. Οι γονείς τους ήταν πρώτα ξαδέρφια μεταξύ τους, γεγονός στο οποίο αποδίδονται τα εκ γενετής προβλήματα υγείας που αντιμετώπιζε. Το 1868 πεθαίνει ο ενός έτους αδερφός του και αργότερα μέσα στο χρόνο χωρίζουν οι γονείς του. Η κόμισσα μετακομίζει στο Παρίσι με τον 8χρονο Henri. Ήδη στο σχολείο γεμίζει τα εξώφυλλα των βιβλίων του με σκίτσα και καρικατούρες. Ο κωφάλαλος φίλος του πατέρα του, René Princeteau, ο οποίος ζωγραφίζει ζώα, του δίνει τα πρώτα μαθήματα σχεδίου.
Το 1875, μητέρα και γιος επιστρέφουν στο Albi. Ο Henri, ο οποίος έχει εύθραυστη υγεία, παρακολουθεί μαθήματα στο σπίτι. Η μητέρα του επισκέπτεται διάφορους γιατρούς προκειμένου να βοηθήσουν τον μικρό να αναπτυχθεί. Μεταξύ 1879 και 1881 σπάει διαδοχικά και τα δύο μηριαία οστά του και, λόγω γενετικής πάθησης, τα πόδια του σταματάνε να αναπτύσσονται. Οι γιατροί δοκιμάζουν διάφορες θεραπείες στον Henri, μέχρι και ηλεκτροσόκ, χωρίς αποτέλεσμα. Το ύψος του να δεν ξεπέρασε το 1.52 μ. ακόμα και έως ενήλικος.
Το 1881, κι ενώ έχει ήδη παράγει πάνω από 2.500 έργα, με τις παροτρύνσεις του Princeteau και του θείου του Charles αποφασίζει να αφοσιωθεί στη ζωγραφική και πείθει τη μητέρα του, η οποία του επιτρέπει να γυρίσει στο Παρίσι να σπουδάσει Καλές Τέχνες. Τον Μάρτιο του 1882 γίνεται δεκτός στο στούντιο του διάσημου ζωγράφου και δάσκαλου της εποχής, Léon Bonnat. Η σχέση τους ωστόσο χαρακτηρίζεται από αμοιβαία αντιπάθεια και ο Henri φεύγει από το στούντιο και αντ’ αυτού ξεκινά να σπουδάζει με δάσκαλο τον Ferdon Cormon. Δίπλα στον Cormon θα εξερευνήσει πολλά στυλ και τεχνικές ζωγραφικής. Ο τελευταίος θα τον γνωρίσει στον «πατέρα» Tanguy , ο οποίος θα τον φέρει σε επαφή με το έργο του Cézanne.
Το καλοκαίρι του 1983 η μητέρα του μετακομίζει κοντά στην πόλη του Μπορντώ, όπου ο Henri θα περάσει πολλά καλοκαίρια. Τον επόμενο χρόνο μετακομίζει στη Μονμάρτη και γνωρίζει τον Edgar Degas, ο οποίος διατηρούσε το στούντιό του στο διπλανό οίκημα. Πλέον ζει και ζωγραφίζει στο νούμερο 22 της οδού Canneron και συμμετέχει στην πρώτη του ομαδική έκθεση στο Pau.
Η Μονμάρτη, το κέντρο της διασκέδασης της γαλλικής πρωτεύουσας και της μποέμικης ζωής, γοήτευε το νεαρό καλλιτέχνη. Συχνάζει σε καμπαρέ – το Elysée-Montmartre, το Moulin de la Galette, το Mirliton του Artistide Bruant - όπου, καταναλώνοντας πάντα πολύ αλκοόλ, έφτιαχνε σχέδια τα οποία την επόμενη μέρα μετέτρεπε σε πίνακες, έγχρωμα σχέδια ή λιθογραφίες. Το 1886 ενοικιάζει ένα στούντιο, στο οποίο θα παραμείνει για 11 χρόνια στο no. 7 της οδού Tourlaque. Το 1886, γνωρίζεται στο στούντιο του Cormon με τον Ολλανδό ζωγράφο Vincent Van Gogh, ο οποίος έρχεται για να σπουδάσει. Ο ίδιος ο Lautrec, ωστόσο, ολοκληρώνει τις σπουδές του λίγους μήνες αργότερα.
Την ίδια χρονιά γνωρίζεται και δημιουργεί σχέση με τη Suzanne Valadon, που ποζάρει για τον ζωγράφο. Το ζευγάρι χωρίζει δυο χρόνια αργότερα, όταν η Valadon αποπειράται να αυτοκτονήσει. Η μορφή της εμφανίζεται σε γνωστά έργα του Henri de Toulouse-Lautrec, μάλιστα το πορτρέτο της με τίτλο «Η πλύστρα» («La blanchisseuse») σημείωσε ρεκόρ όταν, το 2005, σε δημοπρασία του Οίκου Christie’s πουλήθηκε για 22.416.000 δολάρια.
Το 1887 συμμετέχει σε συλλογική έκθεση στην Toulouse υπό το ψευδώνυμο Treclau, ένα αναγραμματισμό του Lautrec. Στη συνέχεια, εκθέτει στο Παρίσι με τον Van Gogh και τον Anquetin. Την εποχή εκείνη αναπτύσσει ενδιαφέρον για τα έγχρωμα ιαπωνικά σχέδια. Τον Φεβρουάριο του 1888 τον καλεί ο Βέλγος κριτικός Octave Maus στις Βρυξέλλες για να εκθέσει 11 έργα του στην έκθεση Vingt. Στην ίδια έκθεση, δυο χρόνια αργότερα, ο Henri θα έχει μια άγρια διαφωνία με τον Βέλγο ζωγράφο Henry de Groux σχετικά με τη συμμετοχή του Van Gogh. Ο Toulouse-Lautrec τον προκάλεσε σε μονομαχία, κάτι που τελικά δεν έλαβε χώρα ωστόσο. Ο Théo Van Gogh αγοράζει για την γκαλερί Goupil το έργο του «Poudre de Riz» για 150 φράγκα. Συμμετέχει τακτικά στην έκθεση Salon des Indépendants και στην καλλιτεχνική και λογοτεχνική κοινότητα του Volnay για τα επόμενα 5 χρόνια. Εκείνη την εποχή δημιουργεί μια σειρά πορτρέτων σε εξωτερικό χώρο, στον κήπο Père Forest.
Στις 5 Οκτωβρίου του 1889, ένα νέο καμπαρέ άνοιξε τις πόρτες του στην Μονμάρτη, το Moulin Rouge. Ο Toulouse-Lautrec γίνεται τακτικός θαμώνας και συχνά εξέθετε έργα του εκεί. Σήμερα, το όνομα του ζωγράφου είναι συνδεδεμένο με αυτό του Moulin Rouge, για το ευρύ κοινό, και πολλά από τα διασημότερα έργα του είναι αφίσες ή στιγμιότυπα από το γνωστό καμπαρέ. Το 1891 κάνει το πρώτο του χαρακτικό, ενώ το 1893 εκθέτει και ως χαράκτης. Αυτή η χρονιά είναι ιδιαίτερα σημαντική στην πορεία του, αφού πραγματοποιεί την πρώτη του ατομική έκθεση στη γκαλερί του Maurice Joyant. Εκείνη την εποχή μένει σε έναν οίκο ανοχής, στην οδό d'Amboise, όπου φιλοτεχνεί 16 έργα. Αναπτύσσει ενδιαφέρον για το θέατρο και τη λογοτεχνία και παρακολουθεί όλες τις πρεμιέρες.
Μεταξύ 1894 και 1897 ταξιδεύει σε πολλές πόλεις τις Ευρώπης: Λονδίνο, Τολέδο, Μαδρίτη, Μπούρκος Βρυξέλλες, Χάαρλεμ, Άμστερνταμ. Στην Αγγλία γνωρίζεται με τον Oscar Wilde και τον Αμερικανό ζωγράφο James McNeill Whistler. Στην Ισπανία εμπνεύστηκε από τα έργα των Velasquez, Goya and El Greco. Στην Ολλανδία από τους Rembrandt, Hals και Bruegel. Τα έργα του εκτίθενται στις Βρυξέλλες δίπλα σε αυτά των Cezanne, Signac, Gauguin και Van Gogh.
Ο Toulouse-Lautrec είναι σχεδόν αλκοολικός πια. Το 1896 γίνεται η δεύτερη ατομική του έκθεση όπου αρνείται να πουλήσει έργο του στον βασιλιά της Σερβίας, Milan Obrenovic, γιατί τον θεωρεί «χοιροβοσκό». Το 1897 μετακομίζει το στούντιό του στην οδό Frochot και αφήενι πίσω 87 έργα, τα οποία οι νέοι ένοικοι χρησιμοποιούν για να καλύψουν κενά στην ταπετσαρία, ενώ ότι απομένει πωλείται για ελάχιστο ποσό. Την ίδια χρονιά παθαίνει τρομώδες παραλήρημα και η υγεία του φθίνει πλέον γρήγορα. Τον περισσότερο χρόνο του είναι μεθυσμένος και ζωγραφίζει όλο και λιγότερο. Οι εμμονές, η κατάθλιψη και οι κρίσεις άγχους είναι όλο και πιο έντονες. Η πνευματική και ψυχολογική του κατάσταση επιδεινώνονται και , το 1899, εισάγεται για τρεις μήνες σε σανατόριο. Τα σχόλια του Τύπου είναι πικρόχολα. Το 1900 ξανακυλάει βαθιά στον αλκοολισμό αλλά συνεχίζει να παρακολουθεί θέατρο.
Πέθανε κοντά στη μητέρα του, στο Malrome, στις 9 Σεπτεμβρίου 1901, όντας 36 ετών. Σχετικά με τις τελευταίες στιγμές του, λέγεται ότι μπήκε στο δωμάτιό του ο πατέρας του, προσωπικότητα ιδιαίτερα εκκεντρική που εμφανιζόταν σπάνια. Όλοι εξέφρασαν την έκπληξή τους, εκτός από τον Henri, ο οποίος είπε: «Καλέ πατέρα, το ήξερα ότι δεν θα έχανες το σκότωμα». Ο πατέρας του, όπως συνήθιζε, συμπεριφέρθηκε ιδιαίτερα εκκεντρικά: πρότεινε να κόψουν το μούσι του Henri, όπως όριζαν κάποια αραβικά έθιμα, και να χρησιμοποιήσουν τα κορδόνια του για να διώξουν τις θορυβώδεις μύγες. «Γερο-τρελέ», ήταν τα τελευταία λόγια του Henri.
Ο καλλιτέχνης της belle époque
Ο Henri de Toulouse-Lautrec άφησε πίσω του 737 πίνακες σε καμβά, 275 νερομπογιές, 363 γκραβούρες και αφίσες, 5,084 σχέδια, κεραμικά και βιτρό. Άγνωστος είναι ο αριθμός των έργων του που έχουν χαθεί. Στο έργο του απαθανάτισε το πνεύμα και το συναίσθημα της εποχής του. Η επίδραση των ιμπρεσιονιστών είναι εμφανής στα έργα του, το όνομά του όπως και αυτή από την ιαπωνική ξυλογραφία που ήταν της μόδας εκείνη την εποχή στο Παρίσι.
Ήταν εξαιρετικός στην απεικόνιση ανθρώπων στο εργασιακό τους περιβάλλον, με τα χρώματα και την κίνηση της νυχτερινής ζωής, χωρίς ωστόσο την λάμψη της. Εξαιρετικός ήταν και στις απεικονίσεις πλήθους, στις οποίες κάθε παρουσία είναι ιδιαίτερα εξατομικευμένη. Την εποχή που δημιούργησε τα έργα του, οι περισσότεροι που απεικονιζόταν σε αυτά μπορούσαν να αναγνωριστούν και κατονομαστούν. Η μεταχείριση των θεμάτων του έχει χαρακτηριστεί συμπονετική και αντικειμενική. «Ζωγραφίζω τα πράγματα όπως είναι», είχε πει ο ίδιος για τη ζωγραφική του, «Δεν σχολιάζω. Καταγράφω».
Πηγή: tvxs.gr
O Henri Marie Raymond de Toulouse-Lautrec-Monfa, ή απλώς Henri de Toulouse-Lautrec, γεννήθηκε στις 24 Νοεμβρίου 1864 στο Albi της Νότιας Γαλλίας, μοναχοπαίδι και τελευταίος απόγονος των αριστοκρατών κόμητων της Toulouse, Lautrec και υποκόμηδων της Monfa. Οι γονείς τους ήταν πρώτα ξαδέρφια μεταξύ τους, γεγονός στο οποίο αποδίδονται τα εκ γενετής προβλήματα υγείας που αντιμετώπιζε. Το 1868 πεθαίνει ο ενός έτους αδερφός του και αργότερα μέσα στο χρόνο χωρίζουν οι γονείς του. Η κόμισσα μετακομίζει στο Παρίσι με τον 8χρονο Henri. Ήδη στο σχολείο γεμίζει τα εξώφυλλα των βιβλίων του με σκίτσα και καρικατούρες. Ο κωφάλαλος φίλος του πατέρα του, René Princeteau, ο οποίος ζωγραφίζει ζώα, του δίνει τα πρώτα μαθήματα σχεδίου.
Το 1875, μητέρα και γιος επιστρέφουν στο Albi. Ο Henri, ο οποίος έχει εύθραυστη υγεία, παρακολουθεί μαθήματα στο σπίτι. Η μητέρα του επισκέπτεται διάφορους γιατρούς προκειμένου να βοηθήσουν τον μικρό να αναπτυχθεί. Μεταξύ 1879 και 1881 σπάει διαδοχικά και τα δύο μηριαία οστά του και, λόγω γενετικής πάθησης, τα πόδια του σταματάνε να αναπτύσσονται. Οι γιατροί δοκιμάζουν διάφορες θεραπείες στον Henri, μέχρι και ηλεκτροσόκ, χωρίς αποτέλεσμα. Το ύψος του να δεν ξεπέρασε το 1.52 μ. ακόμα και έως ενήλικος.
Το 1881, κι ενώ έχει ήδη παράγει πάνω από 2.500 έργα, με τις παροτρύνσεις του Princeteau και του θείου του Charles αποφασίζει να αφοσιωθεί στη ζωγραφική και πείθει τη μητέρα του, η οποία του επιτρέπει να γυρίσει στο Παρίσι να σπουδάσει Καλές Τέχνες. Τον Μάρτιο του 1882 γίνεται δεκτός στο στούντιο του διάσημου ζωγράφου και δάσκαλου της εποχής, Léon Bonnat. Η σχέση τους ωστόσο χαρακτηρίζεται από αμοιβαία αντιπάθεια και ο Henri φεύγει από το στούντιο και αντ’ αυτού ξεκινά να σπουδάζει με δάσκαλο τον Ferdon Cormon. Δίπλα στον Cormon θα εξερευνήσει πολλά στυλ και τεχνικές ζωγραφικής. Ο τελευταίος θα τον γνωρίσει στον «πατέρα» Tanguy , ο οποίος θα τον φέρει σε επαφή με το έργο του Cézanne.
Το καλοκαίρι του 1983 η μητέρα του μετακομίζει κοντά στην πόλη του Μπορντώ, όπου ο Henri θα περάσει πολλά καλοκαίρια. Τον επόμενο χρόνο μετακομίζει στη Μονμάρτη και γνωρίζει τον Edgar Degas, ο οποίος διατηρούσε το στούντιό του στο διπλανό οίκημα. Πλέον ζει και ζωγραφίζει στο νούμερο 22 της οδού Canneron και συμμετέχει στην πρώτη του ομαδική έκθεση στο Pau.
Η Μονμάρτη, το κέντρο της διασκέδασης της γαλλικής πρωτεύουσας και της μποέμικης ζωής, γοήτευε το νεαρό καλλιτέχνη. Συχνάζει σε καμπαρέ – το Elysée-Montmartre, το Moulin de la Galette, το Mirliton του Artistide Bruant - όπου, καταναλώνοντας πάντα πολύ αλκοόλ, έφτιαχνε σχέδια τα οποία την επόμενη μέρα μετέτρεπε σε πίνακες, έγχρωμα σχέδια ή λιθογραφίες. Το 1886 ενοικιάζει ένα στούντιο, στο οποίο θα παραμείνει για 11 χρόνια στο no. 7 της οδού Tourlaque. Το 1886, γνωρίζεται στο στούντιο του Cormon με τον Ολλανδό ζωγράφο Vincent Van Gogh, ο οποίος έρχεται για να σπουδάσει. Ο ίδιος ο Lautrec, ωστόσο, ολοκληρώνει τις σπουδές του λίγους μήνες αργότερα.
Την ίδια χρονιά γνωρίζεται και δημιουργεί σχέση με τη Suzanne Valadon, που ποζάρει για τον ζωγράφο. Το ζευγάρι χωρίζει δυο χρόνια αργότερα, όταν η Valadon αποπειράται να αυτοκτονήσει. Η μορφή της εμφανίζεται σε γνωστά έργα του Henri de Toulouse-Lautrec, μάλιστα το πορτρέτο της με τίτλο «Η πλύστρα» («La blanchisseuse») σημείωσε ρεκόρ όταν, το 2005, σε δημοπρασία του Οίκου Christie’s πουλήθηκε για 22.416.000 δολάρια.
Το 1887 συμμετέχει σε συλλογική έκθεση στην Toulouse υπό το ψευδώνυμο Treclau, ένα αναγραμματισμό του Lautrec. Στη συνέχεια, εκθέτει στο Παρίσι με τον Van Gogh και τον Anquetin. Την εποχή εκείνη αναπτύσσει ενδιαφέρον για τα έγχρωμα ιαπωνικά σχέδια. Τον Φεβρουάριο του 1888 τον καλεί ο Βέλγος κριτικός Octave Maus στις Βρυξέλλες για να εκθέσει 11 έργα του στην έκθεση Vingt. Στην ίδια έκθεση, δυο χρόνια αργότερα, ο Henri θα έχει μια άγρια διαφωνία με τον Βέλγο ζωγράφο Henry de Groux σχετικά με τη συμμετοχή του Van Gogh. Ο Toulouse-Lautrec τον προκάλεσε σε μονομαχία, κάτι που τελικά δεν έλαβε χώρα ωστόσο. Ο Théo Van Gogh αγοράζει για την γκαλερί Goupil το έργο του «Poudre de Riz» για 150 φράγκα. Συμμετέχει τακτικά στην έκθεση Salon des Indépendants και στην καλλιτεχνική και λογοτεχνική κοινότητα του Volnay για τα επόμενα 5 χρόνια. Εκείνη την εποχή δημιουργεί μια σειρά πορτρέτων σε εξωτερικό χώρο, στον κήπο Père Forest.
Στις 5 Οκτωβρίου του 1889, ένα νέο καμπαρέ άνοιξε τις πόρτες του στην Μονμάρτη, το Moulin Rouge. Ο Toulouse-Lautrec γίνεται τακτικός θαμώνας και συχνά εξέθετε έργα του εκεί. Σήμερα, το όνομα του ζωγράφου είναι συνδεδεμένο με αυτό του Moulin Rouge, για το ευρύ κοινό, και πολλά από τα διασημότερα έργα του είναι αφίσες ή στιγμιότυπα από το γνωστό καμπαρέ. Το 1891 κάνει το πρώτο του χαρακτικό, ενώ το 1893 εκθέτει και ως χαράκτης. Αυτή η χρονιά είναι ιδιαίτερα σημαντική στην πορεία του, αφού πραγματοποιεί την πρώτη του ατομική έκθεση στη γκαλερί του Maurice Joyant. Εκείνη την εποχή μένει σε έναν οίκο ανοχής, στην οδό d'Amboise, όπου φιλοτεχνεί 16 έργα. Αναπτύσσει ενδιαφέρον για το θέατρο και τη λογοτεχνία και παρακολουθεί όλες τις πρεμιέρες.
Μεταξύ 1894 και 1897 ταξιδεύει σε πολλές πόλεις τις Ευρώπης: Λονδίνο, Τολέδο, Μαδρίτη, Μπούρκος Βρυξέλλες, Χάαρλεμ, Άμστερνταμ. Στην Αγγλία γνωρίζεται με τον Oscar Wilde και τον Αμερικανό ζωγράφο James McNeill Whistler. Στην Ισπανία εμπνεύστηκε από τα έργα των Velasquez, Goya and El Greco. Στην Ολλανδία από τους Rembrandt, Hals και Bruegel. Τα έργα του εκτίθενται στις Βρυξέλλες δίπλα σε αυτά των Cezanne, Signac, Gauguin και Van Gogh.
Ο Toulouse-Lautrec είναι σχεδόν αλκοολικός πια. Το 1896 γίνεται η δεύτερη ατομική του έκθεση όπου αρνείται να πουλήσει έργο του στον βασιλιά της Σερβίας, Milan Obrenovic, γιατί τον θεωρεί «χοιροβοσκό». Το 1897 μετακομίζει το στούντιό του στην οδό Frochot και αφήενι πίσω 87 έργα, τα οποία οι νέοι ένοικοι χρησιμοποιούν για να καλύψουν κενά στην ταπετσαρία, ενώ ότι απομένει πωλείται για ελάχιστο ποσό. Την ίδια χρονιά παθαίνει τρομώδες παραλήρημα και η υγεία του φθίνει πλέον γρήγορα. Τον περισσότερο χρόνο του είναι μεθυσμένος και ζωγραφίζει όλο και λιγότερο. Οι εμμονές, η κατάθλιψη και οι κρίσεις άγχους είναι όλο και πιο έντονες. Η πνευματική και ψυχολογική του κατάσταση επιδεινώνονται και , το 1899, εισάγεται για τρεις μήνες σε σανατόριο. Τα σχόλια του Τύπου είναι πικρόχολα. Το 1900 ξανακυλάει βαθιά στον αλκοολισμό αλλά συνεχίζει να παρακολουθεί θέατρο.
Πέθανε κοντά στη μητέρα του, στο Malrome, στις 9 Σεπτεμβρίου 1901, όντας 36 ετών. Σχετικά με τις τελευταίες στιγμές του, λέγεται ότι μπήκε στο δωμάτιό του ο πατέρας του, προσωπικότητα ιδιαίτερα εκκεντρική που εμφανιζόταν σπάνια. Όλοι εξέφρασαν την έκπληξή τους, εκτός από τον Henri, ο οποίος είπε: «Καλέ πατέρα, το ήξερα ότι δεν θα έχανες το σκότωμα». Ο πατέρας του, όπως συνήθιζε, συμπεριφέρθηκε ιδιαίτερα εκκεντρικά: πρότεινε να κόψουν το μούσι του Henri, όπως όριζαν κάποια αραβικά έθιμα, και να χρησιμοποιήσουν τα κορδόνια του για να διώξουν τις θορυβώδεις μύγες. «Γερο-τρελέ», ήταν τα τελευταία λόγια του Henri.
Ο καλλιτέχνης της belle époque
Ο Henri de Toulouse-Lautrec άφησε πίσω του 737 πίνακες σε καμβά, 275 νερομπογιές, 363 γκραβούρες και αφίσες, 5,084 σχέδια, κεραμικά και βιτρό. Άγνωστος είναι ο αριθμός των έργων του που έχουν χαθεί. Στο έργο του απαθανάτισε το πνεύμα και το συναίσθημα της εποχής του. Η επίδραση των ιμπρεσιονιστών είναι εμφανής στα έργα του, το όνομά του όπως και αυτή από την ιαπωνική ξυλογραφία που ήταν της μόδας εκείνη την εποχή στο Παρίσι.
Ήταν εξαιρετικός στην απεικόνιση ανθρώπων στο εργασιακό τους περιβάλλον, με τα χρώματα και την κίνηση της νυχτερινής ζωής, χωρίς ωστόσο την λάμψη της. Εξαιρετικός ήταν και στις απεικονίσεις πλήθους, στις οποίες κάθε παρουσία είναι ιδιαίτερα εξατομικευμένη. Την εποχή που δημιούργησε τα έργα του, οι περισσότεροι που απεικονιζόταν σε αυτά μπορούσαν να αναγνωριστούν και κατονομαστούν. Η μεταχείριση των θεμάτων του έχει χαρακτηριστεί συμπονετική και αντικειμενική. «Ζωγραφίζω τα πράγματα όπως είναι», είχε πει ο ίδιος για τη ζωγραφική του, «Δεν σχολιάζω. Καταγράφω».
Πηγή: tvxs.gr
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου