Του Γιώργου Ι. Αλλαμανή
Ας σταματήσουν τα μανιάτικα μοιρολόγια όσοι έχυσαν μαύρο δάκρυ για το «τέλος της δισκογραφίας». Ας πάνε να κάνουν παρέα στους αντιγραφείς καλόγερους του Μεσαίωνα, που έμειναν άνεργοι όταν ο Γουτεμβέργιος τελειοποίησε και διέδωσε μαζικά την τυπογραφία.
Διαβάζω στην έρευνα «Music 360 report», που πραγματοποίησε η εταιρεία Nielsen στις Ηνωμένες Πολιτείες, ότι μόλις ο ένας στους τρεις Αμερικανούς έφηβους δήλωσε ότι αγόρασε το 2011 κάποιο cd. Σε συντριπτικό ποσοστό (64%) αυτοί οι πιτσιρικάδες ψάχνουν στο Youtube τα καινούργια τραγούδια - προσοχή, όχι αυτά που γουστάρουν να ξανακούσουν, αλλά τις νέες κυκλοφορίες. Το ραδιόφωνο ακολουθεί στη δεύτερη θέση (56%) με το iTunes (53%), το online κατάστημα της εταιρείας Apple στην τρίτη.
Δεν θέλει φιλοσοφία. Η γενιά που θα ακούει από εντελώς διαφορετικές πηγές τη μουσική είναι εδώ. Εμείς, οι πατεράδες και οι μανάδες τους, θα νοσταλγούμε την εποχή που τη μουσική την έπιανες και με τα δυο σου χέρια (33 επί 33 εκατοστά το εξώφυλλο των δίσκων βινιλίου…), τη... μύριζες (ο καινούργιος φάκελος μύριζε υπέροχα), την εντόπιζες με κόπο στα ράφια με τους «εισαγωγής» ή στα δισκοπωλεία του Λονδίνου. Μου ’ρχεται να γκρινιάξω. Πρώτον, για τη συνήθως άθλια ποιότητα του ήχου στο Διαδίκτυο. Δεύτερον, για τις κατά κανόνα φτηνιάρικες εικόνες με τις οποίες συνοδεύει πρόχειρα τα τραγούδια και τη μουσική όποιος «ανεβάζει» τα ερασιτεχνικά αυτά βιντεάκια. Τρίτον, για την αισθητική παγίδα των επίσημων βιντεοκλίπ, που ανοίγουν μόνον ένα από τα παράθυρα του κάστρου της φαντασίας. Κι από την άλλη, μου ’ρχεται να ζητωκραυγάσω. Πρώτον, γιατί η μουσική θριάμβευσε επί του βιομηχανικά ξεπερασμένου προϊόντος που λέγεται cd. Δεύτερον, γιατί στη χειρότερη από το 1929 κρίση του καπιταλισμού τα πολιτιστικά προϊόντα διακινούνται μαζικά χωρίς λεφτά, από σκληρό δίσκο σε σκληρό δίσκο - με όσες παρενέργειες συνεπάγεται αυτό για τον βιοπορισμό των δημιουργών.
Και τρίτον, γιατί η μουσική σκίζει τον στενό κορσέ του format. Ένα τραγούδι μπορεί να κρατάει… όσο θέλει, όπως παλιά που με μια «τούρνα» στα Δωδεκάνησα ή με μια μεσαιωνική μπαλάντα στην Αγγλία η κοινότητα εκφραζόταν για ώρες, ενώ παραμένει ολοζώντανη και η δοκιμασμένη από τις 78 και τις 45 στροφές μικροτεχνία του «θα σ’ τα πω όλα σε τρία λεπτά».
Ένα κλικ αρκεί για να πάρει μπρος ο μουσικός πλανήτης, με τα διαμάντια του και με τα σκουπίδια του - διαλέξτε.
Το ΠΟΝΤΙΚΙ
Ας σταματήσουν τα μανιάτικα μοιρολόγια όσοι έχυσαν μαύρο δάκρυ για το «τέλος της δισκογραφίας». Ας πάνε να κάνουν παρέα στους αντιγραφείς καλόγερους του Μεσαίωνα, που έμειναν άνεργοι όταν ο Γουτεμβέργιος τελειοποίησε και διέδωσε μαζικά την τυπογραφία.
Διαβάζω στην έρευνα «Music 360 report», που πραγματοποίησε η εταιρεία Nielsen στις Ηνωμένες Πολιτείες, ότι μόλις ο ένας στους τρεις Αμερικανούς έφηβους δήλωσε ότι αγόρασε το 2011 κάποιο cd. Σε συντριπτικό ποσοστό (64%) αυτοί οι πιτσιρικάδες ψάχνουν στο Youtube τα καινούργια τραγούδια - προσοχή, όχι αυτά που γουστάρουν να ξανακούσουν, αλλά τις νέες κυκλοφορίες. Το ραδιόφωνο ακολουθεί στη δεύτερη θέση (56%) με το iTunes (53%), το online κατάστημα της εταιρείας Apple στην τρίτη.
Δεν θέλει φιλοσοφία. Η γενιά που θα ακούει από εντελώς διαφορετικές πηγές τη μουσική είναι εδώ. Εμείς, οι πατεράδες και οι μανάδες τους, θα νοσταλγούμε την εποχή που τη μουσική την έπιανες και με τα δυο σου χέρια (33 επί 33 εκατοστά το εξώφυλλο των δίσκων βινιλίου…), τη... μύριζες (ο καινούργιος φάκελος μύριζε υπέροχα), την εντόπιζες με κόπο στα ράφια με τους «εισαγωγής» ή στα δισκοπωλεία του Λονδίνου. Μου ’ρχεται να γκρινιάξω. Πρώτον, για τη συνήθως άθλια ποιότητα του ήχου στο Διαδίκτυο. Δεύτερον, για τις κατά κανόνα φτηνιάρικες εικόνες με τις οποίες συνοδεύει πρόχειρα τα τραγούδια και τη μουσική όποιος «ανεβάζει» τα ερασιτεχνικά αυτά βιντεάκια. Τρίτον, για την αισθητική παγίδα των επίσημων βιντεοκλίπ, που ανοίγουν μόνον ένα από τα παράθυρα του κάστρου της φαντασίας. Κι από την άλλη, μου ’ρχεται να ζητωκραυγάσω. Πρώτον, γιατί η μουσική θριάμβευσε επί του βιομηχανικά ξεπερασμένου προϊόντος που λέγεται cd. Δεύτερον, γιατί στη χειρότερη από το 1929 κρίση του καπιταλισμού τα πολιτιστικά προϊόντα διακινούνται μαζικά χωρίς λεφτά, από σκληρό δίσκο σε σκληρό δίσκο - με όσες παρενέργειες συνεπάγεται αυτό για τον βιοπορισμό των δημιουργών.
Και τρίτον, γιατί η μουσική σκίζει τον στενό κορσέ του format. Ένα τραγούδι μπορεί να κρατάει… όσο θέλει, όπως παλιά που με μια «τούρνα» στα Δωδεκάνησα ή με μια μεσαιωνική μπαλάντα στην Αγγλία η κοινότητα εκφραζόταν για ώρες, ενώ παραμένει ολοζώντανη και η δοκιμασμένη από τις 78 και τις 45 στροφές μικροτεχνία του «θα σ’ τα πω όλα σε τρία λεπτά».
Ένα κλικ αρκεί για να πάρει μπρος ο μουσικός πλανήτης, με τα διαμάντια του και με τα σκουπίδια του - διαλέξτε.
Το ΠΟΝΤΙΚΙ
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου