Του Θάνου Ματζάνα
Πέθανε πριν λίγες ώρες στα εβδομήντα ένα του ο Αμερικανός Lou Reed,
συνθέτης, στιχουργός, κιθαρίστας και τραγουδιστής, ένας μουσικός που
ίσως να μην έγινε ποτέ διάσημος στο ευρύ κοινό αλλά η cult φήμη του
απηχεί και με το παραπάνω την ανυπολόγιστα εκτεταμένη αλλά και βαθύτατη
επίδραση που άσκησε σε όλες σχεδόν τις γενεές των μεταγενεστέρων
ομότεχνων του. Ο Lewis Allen Reed (όπως ήταν το πλήρες όνομα του)
γεννήθηκε στις 2 Μαρτίου 1943 στο Μπρούκλιν της Νέας Υόρκης, αγάπησε την
μουσική από πολύ μικρός και την ποίηση όταν σπούδαζε αγγλική φιλολογία
στο πανεπιστήμιο Syracuse της μεγαλούπολης.
Όταν αποφοίτησε αποφάσισε να συνδυάσει τις δύο δημιουργικές αγάπες του και το όχημα για αυτό ήταν οι Velvet Underground, το συγκρότημα που σχημάτισε μαζί με τον John Cale, τον Sterling Morrison και την Maureen Tucker. Το γκρουπ δεν άργησε να μπει στον κύκλο του τότε «πάπα» της avant garde και όλων των underground δημιουργικών εκφράσεων, του Άντι Γουόρχολ και σύντομα να τεθεί υπό την αιγίδα του. Με την καθοδήγηση του μέντορα τους (όπως διατρανωνόταν ήδη από το εμβληματικό pop art έργο του τελευταίου στο εξώφυλλο, την θρυλική «Μπανάνα») ηχογράφησαν το ιστορικό ντεμπούτο album τους του 1967 «The Velvet Underground & Nico», πέραν πάσης αμφιβολίας έναν από τους δέκα σημαντικότερους rock δίσκους όλων των εποχών. Η μουσική που πατούσε με το ένα πόδι στο rock και με το άλλο στην avant garde ή και στον ωμό, ακατέργαστο θόρυβο, οι στίχοι του Reed που μιλούσαν με λόγιο, σοβαρό μα και λυρικό τρόπο για θέματα τα οποία ήταν τουλάχιστον ταμπού για την εποχή όπως η εξάρτηση από ουσίες ή οι σεξουαλικές ιδιαιτερότητες και η αποστασιοποιημένη ως και...εξώκοσμη ερμηνεία της Γερμανίδας τραγουδίστριας (και επίσης μοντέλου μα και ηθοποιού) Nico την οποία είχε φέρει στο συγκρότημα ειδικά για την περίσταση ο Γουόρχολ συνέθεταν όχι απλά ένα άκουσμα μα ένα ολόκληρο πρωτόγνωρο concept, άγριο μεν αλλά και τόσο συναρπαστικό, αξιοθαύμαστα ανανεωτικό και εντέλει απλά θριαμβευτικά πρωτοποριακό ώστε η επιρροή του στην μουσική να εξακολουθεί να είναι το ίδιο ισχυρότατη στην διάρκεια του περίπου μισού αιώνα που πέρασε από τότε.
Αν και ήταν ο αδιαφιλονίκητος ηγέτης τους ο Lou Reed απρόβλεπτα αποχώρησε από τους Velvet Underground το καλοκαίρι του ‘71 για να ακολουθήσει προσωπική καριέρα η οποία ξεκίνησε με τον δίσκο που είχε για τίτλο το όνομα του το '72. Για πάρα πολλούς οι κορυφώσεις της ήταν και παραμένουν το δεύτερο και τρίτο album του, αντίστοιχα το «Transformer» του'72 και το «Berlin» της επόμενης χρονιάς, μια άποψη που σίγουρα έχει βάση στο γεγονός ότι στην προσωπική του δουλειά λίγο – πολύ συνέχισε να εξερευνά την μουσική και στιχουργική θεματολογία που ο ίδιος είχε εισάγει με τους Velvet Underground. Από την άλλη όμως στα σαράντα χρόνια ενεργής παρουσίας του στην μουσική και όχι ευκαταφρόνητου έργου του που ακολούθησαν υπήρξαν ουκ ολίγοι καλοί δίσκοι και πολλά υπέροχα τραγούδια. Πιθανότατα η Ιστορία και η μουσικολογία έχουν ήδη αποφανθεί ότι ο Lou Reed δεν υπήρξε ποτέ τόσο ρηξικέλευθος και καίρια πρωτοποριακός όσο στα χρόνια που ήταν στους Velvet Underground αλλά η από μακράν αναγνωρίσιμη συνθετική γραφή του, το ρεαλιστικά αφηγηματικό ύφος της στιχουργίας του, η ένρινη, σχεδόν «ομιλούσα» ερμηνεία του, ακόμα και ο μοναδικός, «κοφτός» ρυθμικός τρόπος που έπαιζε κιθάρα ήταν εκκωφαντικά παρόντα μέχρι και το τέλος. Τόσο πολύ ώστε το τεράστιο κενό που αφήνει στην ουσιαστικά και αποφασιστικά σύγχρονη μουσική δημιουργία ο θάνατος του (από ακόμα ανεπιβεβαίωτα αίτια αν και όλα δείχνουν ότι σχετίζεται με
την μεταμόσχευση ήπατος στην οποία είχε υποβληθεί τον Μάιο) να γίνει πριν απ' όλα αισθητό από αναρίθμητους άλλους μουσικούς μιας πολύ μεγάλης ηλικιακής γκάμας οι οποίοι αυτή την στιγμή σίγουρα θρηνούν για το ότι κάποιος sui generis σε τέτοιο βαθμό που υπερέβαινε ακόμα και το ίδιο το πολύ μεγάλο ταλέντο του, με άλλα λόγια απλά ο άνθρωπος που ήταν η αιτία για να αρχίσουν να παίζουν και να κάνουν μουσική, δεν υπάρχει πια...Αντίο λοιπόν Lou Reed με ένα τραγούδι που, αν και είχες γράψει πολύ νέος, θα μπορούσε πολύ ωραία να είναι ο επικήδειος σου:
Όταν αποφοίτησε αποφάσισε να συνδυάσει τις δύο δημιουργικές αγάπες του και το όχημα για αυτό ήταν οι Velvet Underground, το συγκρότημα που σχημάτισε μαζί με τον John Cale, τον Sterling Morrison και την Maureen Tucker. Το γκρουπ δεν άργησε να μπει στον κύκλο του τότε «πάπα» της avant garde και όλων των underground δημιουργικών εκφράσεων, του Άντι Γουόρχολ και σύντομα να τεθεί υπό την αιγίδα του. Με την καθοδήγηση του μέντορα τους (όπως διατρανωνόταν ήδη από το εμβληματικό pop art έργο του τελευταίου στο εξώφυλλο, την θρυλική «Μπανάνα») ηχογράφησαν το ιστορικό ντεμπούτο album τους του 1967 «The Velvet Underground & Nico», πέραν πάσης αμφιβολίας έναν από τους δέκα σημαντικότερους rock δίσκους όλων των εποχών. Η μουσική που πατούσε με το ένα πόδι στο rock και με το άλλο στην avant garde ή και στον ωμό, ακατέργαστο θόρυβο, οι στίχοι του Reed που μιλούσαν με λόγιο, σοβαρό μα και λυρικό τρόπο για θέματα τα οποία ήταν τουλάχιστον ταμπού για την εποχή όπως η εξάρτηση από ουσίες ή οι σεξουαλικές ιδιαιτερότητες και η αποστασιοποιημένη ως και...εξώκοσμη ερμηνεία της Γερμανίδας τραγουδίστριας (και επίσης μοντέλου μα και ηθοποιού) Nico την οποία είχε φέρει στο συγκρότημα ειδικά για την περίσταση ο Γουόρχολ συνέθεταν όχι απλά ένα άκουσμα μα ένα ολόκληρο πρωτόγνωρο concept, άγριο μεν αλλά και τόσο συναρπαστικό, αξιοθαύμαστα ανανεωτικό και εντέλει απλά θριαμβευτικά πρωτοποριακό ώστε η επιρροή του στην μουσική να εξακολουθεί να είναι το ίδιο ισχυρότατη στην διάρκεια του περίπου μισού αιώνα που πέρασε από τότε.
Αν και ήταν ο αδιαφιλονίκητος ηγέτης τους ο Lou Reed απρόβλεπτα αποχώρησε από τους Velvet Underground το καλοκαίρι του ‘71 για να ακολουθήσει προσωπική καριέρα η οποία ξεκίνησε με τον δίσκο που είχε για τίτλο το όνομα του το '72. Για πάρα πολλούς οι κορυφώσεις της ήταν και παραμένουν το δεύτερο και τρίτο album του, αντίστοιχα το «Transformer» του'72 και το «Berlin» της επόμενης χρονιάς, μια άποψη που σίγουρα έχει βάση στο γεγονός ότι στην προσωπική του δουλειά λίγο – πολύ συνέχισε να εξερευνά την μουσική και στιχουργική θεματολογία που ο ίδιος είχε εισάγει με τους Velvet Underground. Από την άλλη όμως στα σαράντα χρόνια ενεργής παρουσίας του στην μουσική και όχι ευκαταφρόνητου έργου του που ακολούθησαν υπήρξαν ουκ ολίγοι καλοί δίσκοι και πολλά υπέροχα τραγούδια. Πιθανότατα η Ιστορία και η μουσικολογία έχουν ήδη αποφανθεί ότι ο Lou Reed δεν υπήρξε ποτέ τόσο ρηξικέλευθος και καίρια πρωτοποριακός όσο στα χρόνια που ήταν στους Velvet Underground αλλά η από μακράν αναγνωρίσιμη συνθετική γραφή του, το ρεαλιστικά αφηγηματικό ύφος της στιχουργίας του, η ένρινη, σχεδόν «ομιλούσα» ερμηνεία του, ακόμα και ο μοναδικός, «κοφτός» ρυθμικός τρόπος που έπαιζε κιθάρα ήταν εκκωφαντικά παρόντα μέχρι και το τέλος. Τόσο πολύ ώστε το τεράστιο κενό που αφήνει στην ουσιαστικά και αποφασιστικά σύγχρονη μουσική δημιουργία ο θάνατος του (από ακόμα ανεπιβεβαίωτα αίτια αν και όλα δείχνουν ότι σχετίζεται με
την μεταμόσχευση ήπατος στην οποία είχε υποβληθεί τον Μάιο) να γίνει πριν απ' όλα αισθητό από αναρίθμητους άλλους μουσικούς μιας πολύ μεγάλης ηλικιακής γκάμας οι οποίοι αυτή την στιγμή σίγουρα θρηνούν για το ότι κάποιος sui generis σε τέτοιο βαθμό που υπερέβαινε ακόμα και το ίδιο το πολύ μεγάλο ταλέντο του, με άλλα λόγια απλά ο άνθρωπος που ήταν η αιτία για να αρχίσουν να παίζουν και να κάνουν μουσική, δεν υπάρχει πια...Αντίο λοιπόν Lou Reed με ένα τραγούδι που, αν και είχες γράψει πολύ νέος, θα μπορούσε πολύ ωραία να είναι ο επικήδειος σου:
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου