Λουκάκος Κυριάκος
Είναι δύσκολο να συνειδητοποιήσει ο μέσος φιλόμουσος πώς ένας τόσο δυστυχής και δυσάρεστος άνθρωπος (προ πάντων ως ενοικιαστής!), όπως ο Ludwig van Beethoven (1770 - 1827), κατέστη δυνατόν να ενσαρκώσει τόσο εμβληματικά το μήνυμα της ελευθερίας και της συναδέλφωσης λαών και ανθρώπων, παρέχοντας κορωνίδες στον ευρωπαϊκό φιλοσοφικό και λογοτεχνικό ιδεαλισμό του πρώιμου 19ου αιώνα. Έργα, όπως η όπερά του «Φιντέλιο» (1814), η σκηνική μουσική για τον «Έγκμοντ» (1810) και, κατ' εξοχήν, η εσχάτη 9η συμφωνία του (σε ρε ελάσσονα, έργ. 125, 1824), παρά την ιλιγγιώδη μουσική τους ποιότητα -ή ίσως ακριβώς λόγω αυτής- συνεγείρουν και αδελφώνουν, χωρίς οποιαδήποτε εγκεφαλική διεργασία, ανθρώπους από απώτατες μεταξύ τους γεωγραφικές συντεταγμένες. Συνθέτης μουσικής του ύψους απαιτήσεων εκ μέρους του ακροατή των ύστερων κουαρτέτων εγχόρδων, ο Μπετόβεν, δέσμιος ο ίδιος ενός σώματος που τον πρόδιδε συνεχώς, εν τέλει και στο πλέον ευαίσθητο και απαραίτητο όργανο της κλίσης του, κατόρθωσε να εκπέμψει με ανυπέρβλητους έως σήμερα όρους αναγνωρισιμότητας μια μουσική έκφραση υψηλών ιδεωδών χωρίς εμπόδια προς τις καρδιές των συνανθρώπων, στις οποίες τόσο ανεπιτήδευτα στόχευσε με την προμετωπίδα της «Μίσσα Σολέμνις» και την απόρριψη των οποίων τόσο σπαρακτικά επικαλέσθηκε στη «διαθήκη του Heiligenstadt».
Διόλου τυχαία, λοιπόν, η «Ενάτη», ουσιαστικοποιημένη στο λεξιλόγιό μας καθότι ουσιαστική, κυριαρχεί ως ορόσημο, ιστορικό ή ενιαύσιο, στον ευρωπαϊκό χώρο. Με μιαν εκτέλεσή της επιχείρησε αίφνης το εν έτει 1951 «Νέο Μπάυρώιτ» να αποδεσμεύσει το μέλλον του από το ναζιστικό παρελθόν του, με την Ενάτη γιόρτασαν τα πλήθη την πτώση του «αισχρού» τείχους στο Βερολίνο του 1989, με την ίδια οι Τσέχοι υποδέχθηκαν στην Πράγα ως απόστολους της ελευθερίας τον Βάτσλαβ Χάβελ και τον μαέστρο της Ράφαελ Κούμπελικ, με αυτήν πολλά μεγάλα κέντρα της Ηπείρου εορτάζουν την παρέλευση κάθε χρονιάς, ως διακήρυξη παρακαταθήκης για τη νέα. Η αναγνώριση της Ενάτης ως παγκόσμιου πολιτισμικού αγαθού αποτελεί απλή επισημοποίηση μιας πανανθρώπινης διαπίστωσης για την εμβέλεια και την αδυναμία φαλκίδευσης του μηνύματός της, ιδίως από τυράννους που επιχειρούν να το ιδιοποιηθούν.
Υπό αυτήν την έννοια, η Ενάτη της 28ης Φεβρουαρίου 2014 δεν αποτελούσε απλώς πανηγυρική επανάληψη προηγούμενης συναυλίας στο πλαίσιο του κύκλου Μπετόβεν της Κρατικής Ορχήστρας Αθηνών υπό τον Βασίλη Χριστόπουλο, αλλά δήλωση εμμονής μιας χειμαζόμενης χώρας στον ευρωπαϊκό της προσανατολισμό, παρά τα ανάμεικτα συναισθήματα «φτωχού συγγενή» έναντι των χορηγών εταίρων (υπουργείου Εξωτερικών και πρεσβείας της Ο.Δ. της Γερμανίας) και της επιπρόσθετης ταπείνωσης ότι η ραδιοτηλεοπτική αναμετάδοση του γεγονότος μέσω EBU έβρισκε την προεδρεύουσα χώρα χωρίς δική της δημόσια ραδιοτηλεόραση! Κόντρα σε όλες αυτές τις αντιξοότητες, όμως, το επίλεκτο κοινό της αίθουσας «Χρήστος Δ. Λαμπράκης» ήταν αποφασισμένο να απολαύσει τη στιγμιαία ανάταση της περίστασης. Η σύμπτωση το θέλησε μάλιστα, αν όχι η αβρότητα των διοργανωτών, να παρακολουθήσουμε τη συναυλία ακριβώς από την προνομιακή θέση του Θεωρείου 9 που σταθερά επέλεγε ο αείμνηστος Λαμπράκης και δεν αργήσαμε να κατανοήσουμε γιατί, αφού -ίσως για πρώτη φορά- αποκομίσαμε τόσο σταθμισμένη ηχητική εντύπωση της ΚΟΑ, αναλυτική στη συνεισφορά οργάνων και ομάδων, αλλά και συνεκτική στη σύνθεση ισορροπημένου αποτελέσματος.
Ο Χριστόπουλος και οι μουσικοί του αποδόθηκαν με προφανή ενθουσιασμό στο τιτάνιο εγχείρημα της Ενάτης με μιαν ανάγνωση δυναμική και δραματική, χωρίς ομιχλώδεις και μυστικιστικές προεκτάσεις, χαρίζοντας ένα υψηλό επίπεδο ορχηστρικής ανταπόκρισης, συνεπές προς την πρόοδο που κατέγραψε στο πεδίο αυτό η ΚΟΑ υπό τον εν τω μεταξύ απελθόντα καλλιτεχνικό της διευθυντή. Καταγράψαμε λεπτό χειρισμό της προβολής λεπτομερειών (ξύλινα σε εγρήγορση, τύμπανα ακρίβειας ξυρού), τήρηση των επαναλήψεων στο β' μέρος ως αντίδοτο στα ζωηρά τέμπι, αλλά και ένα αργό μέρος που κατόρθωσε να συνδυάσει την αγωγική ευκινησία με απολλώνια γαλήνη μέσω ευαίσθητης διαχείρισης της δυναμικής. Η επιλογή για το τέμπο της καταληκτικής «Ωδής στη χαρά» έπληξε σε κάποιο βαθμό τον βαρυσήμαντο χαρακτήρα της, τουλάχιστον ως μέρος του ακροαματικού μας εθισμού, πολύ σοβαρότερες αναδείχθηκαν ωστόσο οι επισφάλειες εισόδου, τονικής ακρίβειας και συνδυασμού τού -επί χάρτου- εντυπωσιακού φωνητικού κουαρτέτου (Reinhard Hagen, Markus Schäfer, Μυρτώ Παπαθανασίου και Ann-Katrin Naidu). Τις εντυπώσεις, πάντως, επικάλυψε, και ευτυχώς, η εντυπωσιακή Χορωδία της Συμφωνικής της Βαμβέργης, ένα ακόμη δώρο των Γερμανών χορηγών γι' αυτό το Festkonzert μιας προεδρίας της Ε.Ε. φτωχότερης μεν, αλλά ίσως ουσιαστικότερης σε συγκεκριμένες πτυχές της, από άλλες πιο φαντασμαγορικές του ανέμελου και απατηλού παρελθόντος.
Είναι δύσκολο να συνειδητοποιήσει ο μέσος φιλόμουσος πώς ένας τόσο δυστυχής και δυσάρεστος άνθρωπος (προ πάντων ως ενοικιαστής!), όπως ο Ludwig van Beethoven (1770 - 1827), κατέστη δυνατόν να ενσαρκώσει τόσο εμβληματικά το μήνυμα της ελευθερίας και της συναδέλφωσης λαών και ανθρώπων, παρέχοντας κορωνίδες στον ευρωπαϊκό φιλοσοφικό και λογοτεχνικό ιδεαλισμό του πρώιμου 19ου αιώνα. Έργα, όπως η όπερά του «Φιντέλιο» (1814), η σκηνική μουσική για τον «Έγκμοντ» (1810) και, κατ' εξοχήν, η εσχάτη 9η συμφωνία του (σε ρε ελάσσονα, έργ. 125, 1824), παρά την ιλιγγιώδη μουσική τους ποιότητα -ή ίσως ακριβώς λόγω αυτής- συνεγείρουν και αδελφώνουν, χωρίς οποιαδήποτε εγκεφαλική διεργασία, ανθρώπους από απώτατες μεταξύ τους γεωγραφικές συντεταγμένες. Συνθέτης μουσικής του ύψους απαιτήσεων εκ μέρους του ακροατή των ύστερων κουαρτέτων εγχόρδων, ο Μπετόβεν, δέσμιος ο ίδιος ενός σώματος που τον πρόδιδε συνεχώς, εν τέλει και στο πλέον ευαίσθητο και απαραίτητο όργανο της κλίσης του, κατόρθωσε να εκπέμψει με ανυπέρβλητους έως σήμερα όρους αναγνωρισιμότητας μια μουσική έκφραση υψηλών ιδεωδών χωρίς εμπόδια προς τις καρδιές των συνανθρώπων, στις οποίες τόσο ανεπιτήδευτα στόχευσε με την προμετωπίδα της «Μίσσα Σολέμνις» και την απόρριψη των οποίων τόσο σπαρακτικά επικαλέσθηκε στη «διαθήκη του Heiligenstadt».
Διόλου τυχαία, λοιπόν, η «Ενάτη», ουσιαστικοποιημένη στο λεξιλόγιό μας καθότι ουσιαστική, κυριαρχεί ως ορόσημο, ιστορικό ή ενιαύσιο, στον ευρωπαϊκό χώρο. Με μιαν εκτέλεσή της επιχείρησε αίφνης το εν έτει 1951 «Νέο Μπάυρώιτ» να αποδεσμεύσει το μέλλον του από το ναζιστικό παρελθόν του, με την Ενάτη γιόρτασαν τα πλήθη την πτώση του «αισχρού» τείχους στο Βερολίνο του 1989, με την ίδια οι Τσέχοι υποδέχθηκαν στην Πράγα ως απόστολους της ελευθερίας τον Βάτσλαβ Χάβελ και τον μαέστρο της Ράφαελ Κούμπελικ, με αυτήν πολλά μεγάλα κέντρα της Ηπείρου εορτάζουν την παρέλευση κάθε χρονιάς, ως διακήρυξη παρακαταθήκης για τη νέα. Η αναγνώριση της Ενάτης ως παγκόσμιου πολιτισμικού αγαθού αποτελεί απλή επισημοποίηση μιας πανανθρώπινης διαπίστωσης για την εμβέλεια και την αδυναμία φαλκίδευσης του μηνύματός της, ιδίως από τυράννους που επιχειρούν να το ιδιοποιηθούν.
Υπό αυτήν την έννοια, η Ενάτη της 28ης Φεβρουαρίου 2014 δεν αποτελούσε απλώς πανηγυρική επανάληψη προηγούμενης συναυλίας στο πλαίσιο του κύκλου Μπετόβεν της Κρατικής Ορχήστρας Αθηνών υπό τον Βασίλη Χριστόπουλο, αλλά δήλωση εμμονής μιας χειμαζόμενης χώρας στον ευρωπαϊκό της προσανατολισμό, παρά τα ανάμεικτα συναισθήματα «φτωχού συγγενή» έναντι των χορηγών εταίρων (υπουργείου Εξωτερικών και πρεσβείας της Ο.Δ. της Γερμανίας) και της επιπρόσθετης ταπείνωσης ότι η ραδιοτηλεοπτική αναμετάδοση του γεγονότος μέσω EBU έβρισκε την προεδρεύουσα χώρα χωρίς δική της δημόσια ραδιοτηλεόραση! Κόντρα σε όλες αυτές τις αντιξοότητες, όμως, το επίλεκτο κοινό της αίθουσας «Χρήστος Δ. Λαμπράκης» ήταν αποφασισμένο να απολαύσει τη στιγμιαία ανάταση της περίστασης. Η σύμπτωση το θέλησε μάλιστα, αν όχι η αβρότητα των διοργανωτών, να παρακολουθήσουμε τη συναυλία ακριβώς από την προνομιακή θέση του Θεωρείου 9 που σταθερά επέλεγε ο αείμνηστος Λαμπράκης και δεν αργήσαμε να κατανοήσουμε γιατί, αφού -ίσως για πρώτη φορά- αποκομίσαμε τόσο σταθμισμένη ηχητική εντύπωση της ΚΟΑ, αναλυτική στη συνεισφορά οργάνων και ομάδων, αλλά και συνεκτική στη σύνθεση ισορροπημένου αποτελέσματος.
Ο Χριστόπουλος και οι μουσικοί του αποδόθηκαν με προφανή ενθουσιασμό στο τιτάνιο εγχείρημα της Ενάτης με μιαν ανάγνωση δυναμική και δραματική, χωρίς ομιχλώδεις και μυστικιστικές προεκτάσεις, χαρίζοντας ένα υψηλό επίπεδο ορχηστρικής ανταπόκρισης, συνεπές προς την πρόοδο που κατέγραψε στο πεδίο αυτό η ΚΟΑ υπό τον εν τω μεταξύ απελθόντα καλλιτεχνικό της διευθυντή. Καταγράψαμε λεπτό χειρισμό της προβολής λεπτομερειών (ξύλινα σε εγρήγορση, τύμπανα ακρίβειας ξυρού), τήρηση των επαναλήψεων στο β' μέρος ως αντίδοτο στα ζωηρά τέμπι, αλλά και ένα αργό μέρος που κατόρθωσε να συνδυάσει την αγωγική ευκινησία με απολλώνια γαλήνη μέσω ευαίσθητης διαχείρισης της δυναμικής. Η επιλογή για το τέμπο της καταληκτικής «Ωδής στη χαρά» έπληξε σε κάποιο βαθμό τον βαρυσήμαντο χαρακτήρα της, τουλάχιστον ως μέρος του ακροαματικού μας εθισμού, πολύ σοβαρότερες αναδείχθηκαν ωστόσο οι επισφάλειες εισόδου, τονικής ακρίβειας και συνδυασμού τού -επί χάρτου- εντυπωσιακού φωνητικού κουαρτέτου (Reinhard Hagen, Markus Schäfer, Μυρτώ Παπαθανασίου και Ann-Katrin Naidu). Τις εντυπώσεις, πάντως, επικάλυψε, και ευτυχώς, η εντυπωσιακή Χορωδία της Συμφωνικής της Βαμβέργης, ένα ακόμη δώρο των Γερμανών χορηγών γι' αυτό το Festkonzert μιας προεδρίας της Ε.Ε. φτωχότερης μεν, αλλά ίσως ουσιαστικότερης σε συγκεκριμένες πτυχές της, από άλλες πιο φαντασμαγορικές του ανέμελου και απατηλού παρελθόντος.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου