Της Αλίκης Κοσυφολόγου
Ο Αγγελόπουλος θα μπορούσε να ειδωθεί ως «οργανικός διανοούμενος», που από τη μία αξιώνει να «πείσει» από την αριστερή αφηγηματική του σκοπιά, ενώ ταυτόχρονα παλεύει να διατηρήσει «ανέπαφο» και κεντρικό τον προταγματικό – οραματικό χαρακτήρα της ιδεολογικής του τοποθέτησης
Έγραψε στα 1980 η Αγλαΐα Μητροπούλου για τον Θόδωρο Αγγελόπουλο: «Εκείνο που βγαίνει από την «Αναπαράσταση» (1970) και είναι πραγματικά σημαντικό για τον ελληνικό κινηματογράφο είναι η παρουσία ενός κινηματογραφιστή που μπορεί να δημιουργήσει κλίμα εποχής. Να παρατηρήσει τους ανθρώπους και τις πράξεις τους με κινηματογραφικό μάτι, δηλαδή να δώσει μία πολύπλευρη, πολυσήμαντη αναπαράσταση μίας πραγματικότητας». Τα λόγια αυτά, αρκούν πολύ περισσότερο, κατά τη γνώμη μου, να συμπυκνώσουν την ιστορική κινηματογραφική πορεία του σκηνοθέτη ακυρώνοντας την κενή περιεχομένου ανακήρυξη του σε «πρεσβευτή του ελληνικού πολιτισμού», από τους θεσμικούς εκπροσώπους της σύγχρονης πολιτικής εξουσίας, που στερούνται της λαϊκής νομιμοποίησης και επομένως δεν δικαιούνται να μιλούν, ούτε εξ ονόματος της ελληνικής κοινωνίας, ούτε του πολιτισμού «της».
Ο Θ. Αγγελόπουλος συνεισέφερε στην ανανέωση του ελληνικού κινηματογράφου, όχι μόνο με τις αισθητικές καινοτομίες που εισήγαγε, αλλά, επίσης, καθιερώνοντας την άποψη ότι οι ταινίες μπορούν να αποτελούν «πεδίο για διάλογο», χωρίς όμως οι δημιουργοί τους να αναγκάζονται να καμουφλάρουν την πολιτική τους τοποθέτηση. Ευρωπαίοι ομόλογοι του αναγνωρίζουν επίσης, την μεγάλη του συμβολή στην προάσπιση του προφίλ και των αξιών του σύγχρονου ευρωπαϊκού κινηματογράφου.
Η προσήλωση στον κινηματογραφικό του στόχο και όραμα αλλά και η πίστη του στους συνεργάτες του (Γ.Αρβανίτης, Ε.Καραίνδρου κα), η προτίμηση του στη βροχή, την ομίχλη και το κρύο, καιρικά φαινόμενα τα οποία λειτουργούσαν ως μεταφορές των ψυχικών μεταπτώσεων των ηρώων του, η αφηγηματική μέθοδος των δύο επιπέδων ως μπρεχτική επιρροή καθώς και το μεγάλο του εικαστικό ενδιαφέρον για την ελληνική ύπαιθρο συνθέτουν την ταυτότητα του κινηματογραφικού του έργου.
Αναμφίβολα η τριλογία «Μέρες του ‘36», «Ο θίασος», «Οι κυνηγοί», ως αναστοχασμός στα γεγονότα της σύγχρονης ελληνικής ιστορίας «δικαίωσε» την αριστερή συλλογική μνήμη αποκαθιστώντας την τιμή της ιστορίας του αριστερού και κομμουνιστικού κινήματος στην Ελλάδα, την οποία σχεδόν ανεπανόρθωτα είχε σπιλώσει η εθνικόφρων προπαγάνδα. Υπό το πρίσμα αυτό ο Αγγελόπουλος θα μπορούσε να ειδωθεί ως «οργανικός διανοούμενος», που από τη μία αξιώνει να «πείσει» από την αριστερή αφηγηματική του σκοπιά, ενώ ταυτόχρονα παλεύει να διατηρήσει «ανέπαφο» και κεντρικό τον προταγματικό – οραματικό χαρακτήρα της ιδεολογικής του τοποθέτησης.
Βέβαια ο ίδιος, εδώ και αρκετά χρόνια υπήρξε έντονα επιφυλακτικός απέναντι στην πολιτική αριστερά, ενώ περίπου πριν από ένα χρόνο είχε δηλώσει σε συνέντευξη που παραχώρησε στο δελτίο ειδήσεων της δημόσιας τηλεόρασης, ότι είναι ένας «αριστερός σε πλήρη σύγχυση», που δε «συμφωνεί με την αριστερά», χωρίς ωστόσο να εξηγήσει με «τι» ακριβώς συμφωνεί στις σημερινές πολιτικές και κοινωνικές συνθήκες.
Από την άλλη όμως, είναι γεγονός ότι η εμμονική αναφορά στην ύστερη πολιτική του «σύγχυση», λίγες ώρες μετά τον τόσο απρόσμενο θάνατο του, είναι τόσο κακόγουστη και μικροπρεπής, όσο γραφικός και χυδαίος μπορεί να γίνει ένας «αγιοποιητικός» επικήδειος του.
Πηγές
Αγλαια Μητροπούλου, "Ελληνικός Κινηματογράφος", επιμ: Μαρία Κομνηνού, Αθήνα: Παπαζήσης, 2006
Ο Αγγελόπουλος θα μπορούσε να ειδωθεί ως «οργανικός διανοούμενος», που από τη μία αξιώνει να «πείσει» από την αριστερή αφηγηματική του σκοπιά, ενώ ταυτόχρονα παλεύει να διατηρήσει «ανέπαφο» και κεντρικό τον προταγματικό – οραματικό χαρακτήρα της ιδεολογικής του τοποθέτησης
Έγραψε στα 1980 η Αγλαΐα Μητροπούλου για τον Θόδωρο Αγγελόπουλο: «Εκείνο που βγαίνει από την «Αναπαράσταση» (1970) και είναι πραγματικά σημαντικό για τον ελληνικό κινηματογράφο είναι η παρουσία ενός κινηματογραφιστή που μπορεί να δημιουργήσει κλίμα εποχής. Να παρατηρήσει τους ανθρώπους και τις πράξεις τους με κινηματογραφικό μάτι, δηλαδή να δώσει μία πολύπλευρη, πολυσήμαντη αναπαράσταση μίας πραγματικότητας». Τα λόγια αυτά, αρκούν πολύ περισσότερο, κατά τη γνώμη μου, να συμπυκνώσουν την ιστορική κινηματογραφική πορεία του σκηνοθέτη ακυρώνοντας την κενή περιεχομένου ανακήρυξη του σε «πρεσβευτή του ελληνικού πολιτισμού», από τους θεσμικούς εκπροσώπους της σύγχρονης πολιτικής εξουσίας, που στερούνται της λαϊκής νομιμοποίησης και επομένως δεν δικαιούνται να μιλούν, ούτε εξ ονόματος της ελληνικής κοινωνίας, ούτε του πολιτισμού «της».
Ο Θ. Αγγελόπουλος συνεισέφερε στην ανανέωση του ελληνικού κινηματογράφου, όχι μόνο με τις αισθητικές καινοτομίες που εισήγαγε, αλλά, επίσης, καθιερώνοντας την άποψη ότι οι ταινίες μπορούν να αποτελούν «πεδίο για διάλογο», χωρίς όμως οι δημιουργοί τους να αναγκάζονται να καμουφλάρουν την πολιτική τους τοποθέτηση. Ευρωπαίοι ομόλογοι του αναγνωρίζουν επίσης, την μεγάλη του συμβολή στην προάσπιση του προφίλ και των αξιών του σύγχρονου ευρωπαϊκού κινηματογράφου.
Η προσήλωση στον κινηματογραφικό του στόχο και όραμα αλλά και η πίστη του στους συνεργάτες του (Γ.Αρβανίτης, Ε.Καραίνδρου κα), η προτίμηση του στη βροχή, την ομίχλη και το κρύο, καιρικά φαινόμενα τα οποία λειτουργούσαν ως μεταφορές των ψυχικών μεταπτώσεων των ηρώων του, η αφηγηματική μέθοδος των δύο επιπέδων ως μπρεχτική επιρροή καθώς και το μεγάλο του εικαστικό ενδιαφέρον για την ελληνική ύπαιθρο συνθέτουν την ταυτότητα του κινηματογραφικού του έργου.
Αναμφίβολα η τριλογία «Μέρες του ‘36», «Ο θίασος», «Οι κυνηγοί», ως αναστοχασμός στα γεγονότα της σύγχρονης ελληνικής ιστορίας «δικαίωσε» την αριστερή συλλογική μνήμη αποκαθιστώντας την τιμή της ιστορίας του αριστερού και κομμουνιστικού κινήματος στην Ελλάδα, την οποία σχεδόν ανεπανόρθωτα είχε σπιλώσει η εθνικόφρων προπαγάνδα. Υπό το πρίσμα αυτό ο Αγγελόπουλος θα μπορούσε να ειδωθεί ως «οργανικός διανοούμενος», που από τη μία αξιώνει να «πείσει» από την αριστερή αφηγηματική του σκοπιά, ενώ ταυτόχρονα παλεύει να διατηρήσει «ανέπαφο» και κεντρικό τον προταγματικό – οραματικό χαρακτήρα της ιδεολογικής του τοποθέτησης.
Βέβαια ο ίδιος, εδώ και αρκετά χρόνια υπήρξε έντονα επιφυλακτικός απέναντι στην πολιτική αριστερά, ενώ περίπου πριν από ένα χρόνο είχε δηλώσει σε συνέντευξη που παραχώρησε στο δελτίο ειδήσεων της δημόσιας τηλεόρασης, ότι είναι ένας «αριστερός σε πλήρη σύγχυση», που δε «συμφωνεί με την αριστερά», χωρίς ωστόσο να εξηγήσει με «τι» ακριβώς συμφωνεί στις σημερινές πολιτικές και κοινωνικές συνθήκες.
Από την άλλη όμως, είναι γεγονός ότι η εμμονική αναφορά στην ύστερη πολιτική του «σύγχυση», λίγες ώρες μετά τον τόσο απρόσμενο θάνατο του, είναι τόσο κακόγουστη και μικροπρεπής, όσο γραφικός και χυδαίος μπορεί να γίνει ένας «αγιοποιητικός» επικήδειος του.
Πηγές
Αγλαια Μητροπούλου, "Ελληνικός Κινηματογράφος", επιμ: Μαρία Κομνηνού, Αθήνα: Παπαζήσης, 2006
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου