ΤΗΣ ΕΥΓΕΝΙΑΣ ΚΡΙΤΣΕΦΣΚΑΓΙΑ

Ένα βιβλίο μ' αυτόν τον (ελληνικό) τίτλο ανήκει στην πέννα του Αντρέι Ταρκόφσκι, όχι του Μιχαήλ. Κι όμως εδώ δεν υπάρχει λάθος. Ο Μιχαήλ Ταρκόφσκι είναι ανεψιός του Αντρέι Ταρκόφσκι και εγγονός του μεγάλου Ρώσου ποιητή και τελευταίου εκπροσώπου του Αργυρού Αιώνα της ρωσικής ποίησης, Αρσένι Ταρκόφσκι.
Δεν «φοράει» όμως αυτό το όνομα, όπως κάποιοι φοράνε το σακάκι του διάσημου προγόνου με τα γαλόνια του: ο Μιχαήλ είναι συνεχιστής της οικογενειακής παράδοσης προσφοράς στον ρωσικό πολιτισμό, στη ρωσική τέχνη. Και για όσους δεν τον γνωρίζουν ως ποιητή και συγγραφέα, το ντοκιμαντέρ του με τον εύγλωττο τίτλο Παγωμένος Χρόνος λέει πολλά: εκεί ο Μιχαήλ Ταρκόφσκι αποκαλύπτει τα εσώψυχά του, μιλώντας για τον εαυτό του, τις ρίζες του, το έργο του και τις σκέψεις του για την Ρωσία, αποτυπώνοντας τον Χρόνο: στην πραγματικότητα, και ο τίτλος του βιβλίου του Αντρέι Ταρκόφσκι μεταφράζεται κυριολεκτικά ως Αποτυπωμένος Χρόνος.
Ο Μιχαήλ Ταρκόφσκι γεννήθηκε στη Μόσχα του 1958, στην οικογένεια της συγγραφέως Μαρίνας Ταρκόφσκαγια, αδελφής του Αντρέι Ταρκόφσκι, και του σκηνοθέτη Αλεξάντρ Γκορντόν, συμμαθητή στη Σχολή Κινηματογράφου της Μόσχας και συνοδοιπόρου του μεγάλου σκηνοθέτη. Μεγάλωσε ουσιαστικά με την γιαγιά του, Μαρία Ταρκόφσκαγια - Βισνιακόβα, γυναίκα με πολύ δύσκολη μοίρα, αλλά ταυτόχρονα από κείνους τους «στυλοβάτες», που στηρίζουν όχι μόνο τη δική τους οικογένεια αλλά και ολόκληρη την κοινωνία.
Η παρουσία αυτής της γυναίκας ήταν καθοριστική, τόσο για τη ζωή τού Αντρέι όσο και για τη ζωή του Μιχαήλ. Δεν είναι τυχαίο, ότι την πιο απόκρυφη, πιο διαπεραστική του ταινία, ταινία-σταθμό για τον σοβιετικό και τον παγκόσμιο κινηματογράφο, Καθρέφτης (1975), ο Αντρέι Ταρκόφσκι την αφιέρωσε στη μητέρα του, και η ίδια εμφανίζεται στα πλάνα της ταινίας αρκετές φορές. Δεν είναι επίσης τυχαίο, ότι την αυτοβιογραφική του ταινία, Παγωμένος Χρόνος, ο Μιχαήλ Ταρκόφσκι την αφιέρωσε στη γιαγιά του, «δανειζόμενος» από τον Καθρέφτη του θείου του αρκετές εικόνες. Ειδικά οι σινεφίλ θα πιάσουν αμέσως τα συμφραζόμενα...
Η Μαρία Βισνιακόβα παντρεύτηκε τον συνομήλικό της Αρσένι Ταρκόφσκι στα 19 της χρόνια, πριν ολοκληρώσει τις σπουδές της στο Λογοτεχνικό Ινστιτούτο της Μόσχας. Οι φίλοι την φώναζαν «Λέων Τολστόι με φούστα», αναγνωρίζοντας το έμφυτο ταλέντο της: η Μαρία Βισνιακόβα το θυσίασε τελικώς για την οικογένεια, καταστρέφοντας συμβολικά όλα τα χειρόγραφά της. Με τον Αρσένι Ταρκόφσκι η Μαρία Βισνιακόβα έζησε μόλις 8 χρόνια και δεν ξαναπαντρεύτηκε ποτέ. Χώρισαν, όταν ο Αντρέι ήταν τριών ετών και η Μαρίνα ενάμιση. Τα παιδιά τους τα «σμίλεψε» εκείνη, όπως «σμίλεψε» είκοσι χρόνια αργότερα και τον εγγονό της: μαζί της ο Μιχαήλ περνούσε τα καλοκαίρια δίπλα στην Σκήτη Όπτινα, τόπο προσκυνήματος και αυτογνωσίας για τους περισσότερους Ρώσους κλασικούς - Γκογκόλ, Ντοστογιέφσκι, Τολστόι, Αχμάτοβα-, εκεί η γιαγιά τον μύησε στη μεγάλη ρωσική λογοτεχνία.
Ο Μιχαήλ ολοκλήρωσε τις σπουδές του στη Σχολή Βιολογίας και Γεωγραφίας του Παιδαγωγικού Πανεπιστημίου της Μόσχας, και σχεδόν αμέσως μετά την αποφοίτηση, το 1981, έφυγε στην Ανατολική Σιβηρία, στην αρχή για να εργαστεί στον τοπικό βιολογικό σταθμό, και πέντε χρόνια αργότερα για να γίνει επαγγελματίας κυνηγός. Τον έρωτα για τη Σιβηρία τού τον ενστάλαξε επίσης η γιαγιά του, η οποία προφήτεψε ότι ο εγγονός της θα ζει σ' αυτόν τον θαυμαστό τόπο, όπου ο χειμώνας είναι ευλογία και το καλοκαίρι μπελάς... Η επιλογή του τόπου, αλλά και του τρόπου ζωής, δεν ήταν ούτε τυχαία, ούτε εξαναγκαστική για τον Μιχαήλ: ξεκινούσε το δικό του, ξεχωριστό και μοναδικό ταξίδι, για το οποίο τον ετοίμαζε η γιαγιά, που «έφυγε» το 1979.
Τα ποιήματα και τα διηγήματα ήρθαν αργότερα, όταν ο Μιχαήλ αισθάνθηκε μέρος αυτής της απέραντης «ηπείρου», της Σιβηρίας, όταν αισθάνθηκε την ανάγκη να «αποτυπώσει», να «παγώσει» τον Χρόνο, τον δικό του, των ανθρώπων και του τρόπου ζωής τους, των παραδόσεων που χάνονταν σταδιακά, συνεχίζοντας έτσι αυτό το τεράστιο θέμα, που ανέδειξε πρώτος στον κινηματόγραφο ο Αντρέι Ταρκόφσκι.
«Δημιουργός γίνεσαι, όταν στο προσχέδιο της ταινίας είτε στην ίδια την ταινία εμφανίζεται ένα καθαρά δικό σου σύστημα σκέψεων για τον πραγματικό κόσμο, και το παρουσιάζεις στον θεατή, το μοιράζεσαι με τον θεατή, όπως μοιραζόμαστε τα πιο απόκρυφά μας όνειρα», έγραφε ο Αντρέι Ταρκόφσκι στο Σμιλεύοντας τον Χρόνο.
Ο Μιχαήλ Ταρκόφσκι έγινε δημιουργός στο χωριό Μπαχτά της Ανατολικής Σιβηρίας (εκεί, όπου κάποτε έζησε στην εξορία ο προπάππους Ταρκόφσκι, όπου εργάστηκε ένα διάστημα π.Κ. (προ Κινηματογράφου) ο θείος Αντρέι Ταρκόφσκι), όταν αισθάνθηκε την ανάγκη να μοιραστεί τις εμπειρίες και τις σκέψεις του, που αποκτήθηκαν στον όσο δεν πάει άλλο πραγματικό κόσμο. Στον κόσμο, όπου για να επιβιώσεις πρέπει να εργαστείς σκληρά, να χύσεις ιδρώτα, να αποκτήσεις χίλιες δυο δεξιότητες.
Τίποτα σ' αυτόν τον κόσμο δεν είναι δεδομένο, τίποτα δεν προσφέρεται, τα πάντα κερδίζονται. Από την άλλη, σ' αυτόν τον κόσμο μπορείς να ακουμπήσεις τον Χρόνο, γιατί ο τρόπος ζωής και επιβίωσης στη σιβηρική τάιγκα -για άνδρες και γυναίκες- παραμένει ίδιος εδώ και αιώνες. Η τεχνολογία βοηθά, αλλά δεν σε γλιτώνει: ο πραγματικός γητευτής της τάιγκας ήταν και είναι μόνο ο άνθρωπος. Το θέμα της διαχρονικότητας, του παγωμένου χρόνου, όταν αισθάνεσαι πίσω σου την ανάσα ενός ανθρώπου που έζησε τριακόσια χρόνια πριν και με τον ίδιο ακριβώς τρόπο λειτουργούσε σ' αυτό το αιωνόβιο χιονισμένο δάσος, διαπερνάει όλο το έργο του Μιχαήλ Ταρκόφσκι, ποιητικό και πεζό. Τον Μιχαήλ κράτησε στην τάιγκα η αλήθεια αυτής της ζωής και των ανθρώπων της, οι οποίοι έγιναν και ήρωες των βιβλίων του.
Τα πεζά του Μιχαήλ Τακόφσκι δεν είναι «ευκολοχώνευτα», δεν προορίζονται για τον βιαστικό και ανυπόμονο αναγνώστη. Η ανάγνωσή τους θέλει χρόνο, ηρεμία, προσήλωση, η γλώσσα είναι γεμάτη, πλούσια, ιδιαίτερη, και συχνά απαιτεί λεξικό, μιας και η πραγματικότητά που περιγράφουν δεν έχει καμιά σχέση με την καθημερινότητα άλλων τόπων. Αναφερόμενος στους Αρσένι και Αντρέι Ταρκόφσκι, ο Αλεξάντρ Γκορντόν, πατέρας τού Μιχαήλ, κάποτε επανέλαβε την φράση του Ζαν-Πωλ Σαρτρ: «Η μεγαλοφυΐα δεν είναι δώρο, είναι ο δρόμος που επιλέγεται σε συνθήκες αδιεξόδου». Ο κάθε ένας από τους τρεις Ταρκόφσκι -οι οποίοι, πρέπει να το ομολογήσουμε, και εξωτερικά μοιάζουν μεταξύ τους πάρα πολύ-, έζησε τις δικές του «συνθήκες αδιεξόδου».
Η πρώτη συλλογή ποιημάτων του Αρσένι Ταρκόφσκι εκδόθηκε μόλις το 1962, όταν ο ποιητής ήταν 55 ετών: ο τίτλος της ήταν Πριν από τα χιόνια (συμβολικό, δεν είναι;) Ήταν «εξωσυστημικός», γι' αυτό και καταδικάστηκε σε μακρόχρονη «σιωπή», και τα πράγματι δυνατά ποιήματά του ακούστηκαν για πρώτη φορά στις ταινίες του γιου του, Αντρέι.
Η πορεία του Αντρέι Ταρκόφσκι στον σοβιετικό κινηματόγραφο επίσης δεν ήταν στρωμένη με ροδοπέταλα: τα πιο δημιουργικά του χρόνια συνέπεσαν με την εποχή «της βάλτωσης» του Μπρέζνεφ, και η μεγαλοφυΐα του άνθισε στις συνθήκες αδιεξόδου της δεκαετίας του '70.
Ο Μιχαήλ Ταρκόφσκι έζησε την διάσπαση της χώρας, έγινε μάρτυς των μεγάλων και μικρών τραγωδιών, που εξελίχθηκαν με φόντο τις κοσμοϊστορικές για την χώρα αλλαγές. Ο Μιχαήλ ποτέ δεν εκμεταλλεύτηκε τη μαγική δύναμη του ονόματός του. Η μητέρα του Μαρίνα Ταρκόφσκαγια διηγείται, ότι δυσκολεύτηκε να τον πείσει να δείξει τα ποιήματά του στον παππού, τον οποίον καθημερινά πολιορκούσαν νέοι ποιητές, και όσοι πίστευαν ότι έχουν ποιητικό ταλέντο.
Ο Αρσένι Ταρκόφσκι αντέδρασε λακωνικά: «Πρέπει να γράφεις».
Και ο εγγονός αποκρίθηκε:
«Δεν ακούμπαγα τις πέννες σας,
Δεν στριφογύριζα στα πόδια σας,
Ούτε σκοτωνόμουν να γίνω μαθητής σας,
Και όμως εκείνη με βρήκε».
«Εκείνη», δηλαδή, η Μούσα. Ο Μιχαήλ Ταρκόφσκι ακολούθησε τα χνάρια των παππούδων του, ολοκληρώνοντας τις σπουδές στο Λογοτεχνικό Ινστιτούτο της Μόσχας (από τη Σιβηρία, με αλληλογραφία) και έχει εκδώσει συλλογές ποιημάτων, διηγημάτων, εκτενή αφηγήματα. Η ανθολογία διηγημάτων Παγωμένος χρόνος κέρδισε το 2010 το λογοτεχνικό βραβείο «Γιάσναγια Πολιάνα» στην κατηγορία «21ος αιώνας» και φέτος το διήγημα του Ταρκόφσκι Παγετολυσία (με αγγλικό τίτλο Iceflow) συμπεριλήφθηκε στη συλλογή Best European Fiction 2015.
Αν θέλει ο Μιχαήλ Ταρκόφσκι να ασχοληθεί με τον κινηματογράφο; Ο ίδιος θεωρεί ότι αυτή θα είναι η φυσική του εξέλιξη. Ποιητής, συγγραφέας, σκηνοθέτης. Και οι τρεις Ταρκόφσκι στο πρόσωπο του ενός. Εκείνου, που τελικά κατάφερε να παγώσει τον Χρόνο.

Ο Μιχαήλ Ταρκόφσκι θα μιλήσει στην Αθήνα, την επόμενη Παρασκευή, 23 Απριλίου, στις 19.00, στην αίθουσα «Σάκη Καράγιωργα» στο Πάντειο Πανεπιστήμιο∙ στις 25 Απριλίου, στις 19.00, στην Αίθουσα του Επιμελητηρίου των Τρικάλων∙ στις 27 Απριλίου στη Μυτιλήνη.